Κυριακή 25 Απριλίου 2010

Τα σύννεφα μαζεύονται: καιρός να βγει η Ν.Δ. από τη σκιά

Του Βασιλειου Μαρκεζινη*
Καθημερινή, 25-4-2010

Είναι γεγονός ότι οι Ελληνες σήμερα αισθάνονται θυμωμένοι, προδομένοι, βυθισμένοι στη σύγχυση και στη θλίψη: δικαίως, μια και έχουν απογοητευθεί από τους περισσότερους πολιτικούς όλων των χρωμάτων, οι οποίοι χρησιμοποιούν μεν επιδέξια τις λέξεις, αλλά κρατούν όλες τους τις δυνάμεις για να μαχαιρώνουν ο ένας τον άλλον, ξεκινώντας, κατά προτίμηση, από τους αρχηγούς τους. Ακόμη και το κυβερνών κόμμα -και, μάλιστα, παρά το γεγονός ότι πρόσφατα διόρισε δύο εφαρμοστές της εσωκομματικής πειθαρχίας- έχει μολυνθεί από την ασθένεια της εσωκομματικής αντιζηλίας. Εντούτοις, σήμερα -δεδομένων, ιδίως, των αποτελεσμάτων των δύο πρόσφατων ψηφοφοριών- θα έπρεπε και τα δύο κόμματα να έχουν πλέον ανοσοποιηθεί απέναντι σε αυτή την ασθένεια. Ειδικότερα, πριν από έξι μόλις μήνες, ο κ. Παπανδρέου κατατρόπωσε τον πολιτικό αντίπαλό του, ενώ η υπόσχεση του κ. Σαμαρά ότι θα φέρει «το νέο» στο κόμμα του ενέπνευσε περισσότερους νεοδημοκράτες από ποτέ άλλοτε να βγουν και να ψηφίσουν για την εκλογή νέου αρχηγού.

Αμεσα συνδεδεμένη με τα δύο αυτά γεγονότα είναι η άσχημη γεύση που άφησε η τηλεοπτική εμφάνιση του προηγούμενου πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη πριν από δύο χρόνια. Διότι η εν λόγω παρουσία αποτέλεσε το ναδίρ της πολιτικής ηθικής και κατέστησε σε όλους προφανή την ανάγκη για πραγματική αλλαγή. Για την ακρίβεια, ο λαός έδωσε το μήνυμα στη Ν.Δ. δύο φορές: πρώτα, όταν την ταπείνωσε στις βουλευτικές εκλογές και, έπειτα, όταν 800.000 απλοί οπαδοί της διέψευσαν όλες τις προβλέψεις και πήγαν να ψηφίσουν απαιτώντας άμεση αλλαγή στην παράταξή τους, με ποσοστιαία διαφορά σχεδόν 12% μεταξύ των δύο κύριων υποψηφίων!

Η φωνή του λαού πρέπει να εισακουσθεί. Ακόμη όμως δεν έχει εισακουσθεί, και αν αγνοηθεί θα υψωθεί εκ νέου και θα «συνταξιοδοτήσει» ακόμη περισσότερους «εν ενεργεία» πολιτικούς της Μεταπολίτευσης, των οποίων έχει παρέλθει η «ημερομηνία λήξης», έστω και αν κάνουν ότι δεν το καταλαβαίνουν. Διότι, όταν χάσεις σε μιαν αναμέτρηση, δεν αρκεί να δηλώσεις ότι θα υπηρετήσεις ως «απλός στρατιώτης» και, στη συνέχεια, να οργανωθείς σε μια ομάδα ναρκοθετών με σκοπό να καταστρέψεις τον στρατηγό σου. Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν μόνο στις οπερέτες δευτέρας διαλογής και… στην Ελλάδα!

Αυτό, επομένως, που χρειάζεται το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είναι μια άοσμη ανακύκλωση πηγάζουσα από τον καιροσκοπισμό, αλλά μια βαθιά κάθαρση! Εάν, όπως λέγεται, ο σημερινός αρχηγός της Ν.Δ. έχει κατανοήσει ορθά τις επιθυμίες των απλών οπαδών της παράταξής του, τότε πρέπει να δράσει άμεσα, δίχως φόβο ή δισταγμό, και να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη όχι μόνο των παλαιών πιστών της, αλλά και της «ρευστής» κεντροαριστεράς -ναι, της κεντροαριστεράς- της οποίας η εκάστοτε μετακίνηση καθορίζει τις εκλογικές νίκες.
Για να έχει όμως σωτηρία, το κόμμα πρέπει να δείξει μεταμέλεια και να αποδείξει εμπράκτως -και όχι με εύκολα λόγια- ότι κατανοεί πράγματι τον θυμό, τη σύγχυση και την απόγνωση του μέσου Ελληνα πολίτη.Οι Ελληνες είναι θυμωμένοι, επειδή δεν καταλαβαίνουν για ποιον λόγο η κρίση, τόσο στην αρχική όσο και στην παρούσα φάση της, έγινε αντικείμενο τόσο σπασμωδικής διαχείρισης από πλευράς των κάθε λογής ανταγωνιζόμενων ηγεμονίσκων.

Δεύτερον, οι Ελληνες είναι βυθισμένοι στη σύγχυση, διότι ακόμη δεν έχουν μάθει όλες τις λεπτομέρειες που οδήγησαν την προηγούμενη κυβέρνηση να συμβάλει τόσο μοιραία στην επιδείνωση της κρίσης, ενισχύοντας ακατάπαυστα την αποφορά των σκανδάλων.

Τέλος, οι Ελληνες βρίσκονται σε απόγνωση, διότι οι περικοπές των δημόσιων δαπανών δεν συνοδεύονται από αναπτυξιακά μέτρα, η γραφειοκρατία δεν μειώνεται όσο δραστικά απαιτείται, ενώ, παράλληλα, κανείς δεν απολύεται από όλους εκείνους που «δουλεύουν» στο Δημόσιο χωρίς ποτέ να εργάζονται.
Μπορεί να ακούγεται σκληρή αυτή η κριτική, αλλά είναι απολύτως λογική: ας μην ξεχνάμε ότι την ίδια ιδέα υποστήριξε κάποτε ο άνθρωπος που έθεσε τα ανθρωπιστικά θεμέλια της πίστης μας, ο Απόστολος Παύλος, ισχυριζόμενος ότι «εί τις ου θέλει εργάζεσθαι μηδέ εσθιέτω» [Προς Θεσσαλονικείς Β΄, 3:10].

Οι ιδέες αυτές διόλου δεν αποτελούν αριστερά ή δεξιά συνθήματα, αλλά απορρέουν από την κοινή λογική. Οι Ελληνες πρέπει επιτέλους να πάψουν να σκέφτονται με ταμπέλες ή να κολλούν ταμπέλες στους συμπολίτες τους. Οι ιδιότητες που έχουμε ανάγκη -η αξία και η αρετή- δεν είναι ούτε αριστερές ούτε δεξιές, αλλά (πρέπει να) αποτελούν κοινά χαρακτηριστικά όλων των παρατάξεων. Ας μην ξεχνάμε ότι και η ίδια η Ν.Δ. δημιουργήθηκε όταν μια μυθική φυσιογνωμία της αριστεράς -ο Μίκης Θεοδωράκης- έδωσε τις ευλογίες του σε μια άλλη μυθική φυσιογνωμία της Δεξιάς, δηλώνοντας απερίφραστα προς τους ψηφοφόρους: «Καραμανλής ή τανκς».

Ο γράφων, ως γνωστόν, είναι κομματικά αχρωμάτιστος. Ως προς τα περισσότερα ζητήματα, πρεσβεύει φιλελεύθερες ιδέες. Ταυτόχρονα όμως δεν χάνει την ευαισθησία του προς ορισμένες προκλήσεις, οι οποίες ανησυχούν κυρίως όσους βρίσκονται στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος.

Ας επαναλάβει, λοιπόν, στον λαό η νέα ηγεσία της Ν.Δ. ότι πρέπει να αναθεωρηθεί η νομοθεσία που έχει καταστήσει την Ελλάδα παράδεισο λαθρομεταναστών. Διότι ακόμη και οι πιο φιλεύσπλαχνοι πολίτες πρέπει να καταλάβουν ότι η μετανάστευση θέτει τελείως διαφορετικές προκλήσεις γι’ αυτούς που ζουν στα «πορώδη σύνορα» της Ευρώπης.

Ας χρησιμοποιήσει ο νέος αρχηγός της Ν.Δ. τις περγαμηνές του ως γνώστης και υποστηρικτής των αρετών της (ελεγχόμενης) ελεύθερης οικονομίας, προκειμένου να πείσει τους κεντροδεξιούς Ευρωπαίους ότι η Ε.Ε. προοδεύει κυρίως όταν κινείται ως συντονισμένο σύνολο, και όχι με βάση τις υπαγορεύσεις των ισχυρότερων μελών της.Οσον αφορά και πάλι την Ευρώπη (δεδομένου ότι οι οικονομικές κρίσεις της δεν έχουν τερματιστεί ακόμη), ας πάρει η Ν.Δ. την πρωτοβουλία και ας πείσει την Ε.Ε. ότι, παραμερίζοντας ή αποπέμποντας τα αμαρτωλά μέλη της, κάθε άλλο παρά καταφέρνει να προωθήσει την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι ιδρυτές της Ενωσης ποτέ δεν είχαν φανταστεί ένα τέτοιο μέλλον γι’ αυτήν. Και ούτε επίσης οι ιδρυτικές συνθήκες της προβλέπουν νομικούς τρόπους για να γίνει κάτι τέτοιο. Η πιθανή αναθεώρηση των συνθηκών θα είχε τον κίνδυνο της πρόκλησης χάους, καθώς θα ενθάρρυνε τους συνήθεις αμφισβητίες να παρακωλύσουν ακόμη μια φορά τη διαδικασία της ολοκλήρωσης.

Επιπροσθέτως, η Ν.Δ. πρέπει να καταπιαστεί αποφασιστικά με το ζήτημα του πανεπιστημιακού ασύλου και να διακηρύξει προς κάθε ενδιαφερόμενο ότι η ελεύθερη διακίνηση ιδεών είναι ιερή, ενώ η ελεύθερη καταστροφή περιουσίας, όχι!


Τόνισα τη φράση «προς κάθε ενδιαφερόμενο», διότι το μήνυμα αυτό πρέπει να το λάβουν όχι μόνον οι εξεγειρόμενοι νέοι (που η διάψευση των ονείρων τους ή η δικαιολογημένη απόγνωσή τους αποτελούν -σχεδόν- βάσιμους λόγους για να κατανοήσει κανείς, όχι όμως και να επιδοκιμάσει, τις καταστροφικές τάσεις τους) αλλά, εξίσου ξεκάθαρα, και κάποιοι «συμβιούντες» ανώτεροι πανεπιστημιακοί, οι οποίοι, κατά το παρελθόν, έχουν ανεχθεί -για δικούς τους λόγους- την κατάχρηση αυτού του δικαιώματος. Ενδεδειγμένο θα ήταν, λοιπόν, να ζητηθεί από το εκλογικό σώμα να αποφασίσει εάν προτιμά την οχλοκρατία από το κράτος δικαίου και, ακολούθως, να εφαρμοστεί η απόφασή του.


Η Ν.Δ. οφείλει επίσης να προειδοποιήσει τον λαό ότι, σε παρασκηνιακό επίπεδο, μπορεί να πλησιάζει -ανεπίγνωστα, θέλω να πιστεύω- κάποια υποχώρηση ως προς τα εθνικά μας συμφέροντα. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι μπορεί να συγκαλυφθεί, πολλώ δε μάλλον να συνεχισθεί, η υπερβολικά συναινετική στάση -θα έλεγαν μερικοί- που ακολούθησε η ίδια η Ν.Δ. στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής.


Φέρ’ ειπείν, καθώς η Τουρκία κινείται προς τον καθορισμό της δικής της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης -που ως έννοια ξεπέρασε την έννοια της υφαλοκρηπίδας- η προηγούμενη κυβέρνηση θα πρέπει να μας εξηγήσει γιατί δεν άσκησε τα αδιαμφισβήτητα δικαιώματά μας νωρίτερα, όπως ακριβώς και η σημερινή κυβέρνηση πρέπει να μας πει τι θα πράξει περί αυτού.

Με λίγα λόγια, η παραδοχή των αμαρτημάτων αποτελεί την πρώτη ένδειξη μεταμέλειας, ενώ, παράλληλα, καθιστά πιο πειστικό και τον ισχυρισμό ότι έχεις πάρει το μάθημα και επιτέλους αντιπροσωπεύεις κάτι «νέο».

Μόνον οι πειστικές προτάσεις και οι ουσιαστικές χειρονομίες μπορούν να αλλάξουν το πολιτικό κλίμα. Ετσι: τι θα ήταν περισσότερο πειστικό από τη μετονομασία του κόμματος;

Αυτό θα αποτελούσε ένα coup de tte για τη νέα ηγεσία της Ν.Δ., η οποία δεν εμποδίζεται εν προκειμένω από δηλώσεις που έγιναν κατά την προεκλογική εκστρατεία, και δεν θα μπορούσε να απορριφθεί από όσους θέλουν να αποτρέψουν την πραγματική μεταρρύθμιση.

Και ας μη σπεύσουν οι θερμοκέφαλοι να ισχυριστούν ότι η μετονομασία θα έπληττε τη μνήμη του ιδρυτή του κόμματος, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το 1974, έκανε ακριβώς το ίδιο πράγμα στο κόμμα που ο ίδιος ίδρυσε το 1955.

Διότι, σε τελευταία ανάλυση, ο θαυμασμός για τον ιδρυτή ενός κινήματος δεν εκφράζεται με γονυκλισίες μπροστά στο εικόνισμά του, διότι μόνον οι λακέδες κλίνουν το γόνυ, και όχι οι συμπολεμιστές υπέρ ενός κοινού ιδεώδους: αυτοί δείχνουν την πίστη τους στους προπάτορες αποδεικνύοντας ότι κατάλαβαν τα μηνύματα που τους κληροδότησαν. Και αυτό που δίδαξε τους οπαδούς του ο Καραμανλής (ο πρεσβύτερος) μέσα από τη σταδιοδρομία του ήταν ότι, στην πολιτική, είτε προσαρμόζεσαι είτε πεθαίνεις.

Θέλω, ειλικρινά, να πιστεύω ότι κανείς δεν επιδιώκει το δεύτερο.


* Ο κ. Μαρκεζίνης φέρει τον τίτλον του Σερ, είναι τακτικό μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας, Αντεπιστέλλον Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Παρισίων, Ρώμης, Βελγίου και Ολλανδίας, και Νομικός Σύμβουλος (επί τιμή) της Βασιλίσσης της Αγγλίας.

Οι άλλοι θέλουν να μας βοηθήσουν, εμείς;

Tου Αλέξη Παπαχελα
Καθημερινή, 25-4-2010

Μπήκαμε σε μια δύσκολη και απρόβλεπτη περίοδο. Μπορεί να μας βγει σε καλό, μπορεί όμως και να μας μετατρέψει σε αυτό που οι Αγγλοσάξονες ονομάζουν «αποτυχημένο κράτος». Το τι θα συμβεί στο τέλος δεν εξαρτάται μόνο από τον κ. Παπανδρέου και την κυβέρνησή του, αλλά από όλους μας. Οι ξένοι θέλουν τώρα να μας βοηθήσουν, εμείς θα κάνουμε ό, τι χρειάζεται για να σωθούμε;

Το κακό είναι πως δεν ξεκινήσαμε καθόλου καλά. Η κυβέρνηση βοήθησε στο να δημιουργηθεί ένα πολύ κακό κλίμα στη χώρα εν όψει της έλευσης του ΔΝΤ. Στον κόσμο διακρίνει κανείς έναν πανικό, σαν να είναι Απρίλης του ’41 και έχουν μαθευτεί τα νέα για τους Γερμανούς στη Θήβα. Αν επικρατήσει αυτή η αντίληψη, χαθήκαμε. Ηδη κάποια κυβερνητικά στελέχη απειλούν με λευκή απεργία δηλώνοντας: «Ασε τον Παπανδρέου και τον Παπακωνσταντίνου να τα βγάλουν πέρα, εμείς δεν θα φάμε ξύλο». Πανικόβλητοι υπουργοί και μανδαρίνοι θα αρχίσουν σε λίγο να παριστάνουν τους αντιστασιακούς, καταγγέλλοντας «απρεπή συμπεριφορά» των ξένων ειδικών. Η ευθύνη του κ. Παπανδρέου είναι ασφαλώς τεράστια. Πρέπει τώρα ο ίδιος να βγει μαζί με τα στελέχη του για να εξηγήσουν στον κόσμο πως, πέρα από τις μειώσεις μισθών ή την ευελιξία στην αγορά εργασίας, το ΔΝΤ μπορεί να βοηθήσει πολύ στην εξάρθρωση των φοροφυγάδων και την πραγματική επανίδρυση του κράτους μακριά από ρεμούλες και ρουσφέτια.

Ο επόμενος κίνδυνος είναι να αφήσουμε εκείνους που ωφελούνται πολιτικά από τη φτώχεια και τη μιζέρια να την επιδεινώσουν. Ο λόγος για την Αριστερά, που πιστεύει πως έχει το δικαίωμα να κάνει ό, τι μπορεί για να μην πατήσει τουρίστας το καλοκαίρι. Η δημοκρατία όμως έχει νόμους και όρια, που πρέπει επιτέλους να τα θέσει πριν ξεκινήσει ένα μεγάλο πάρτι αυτοκαταστροφής.

Μεγάλη ευθύνη έχει τώρα και ο κ. Σαμαράς. Αν ακολουθήσει τη γραμμή που λέει πως η νέα μάχη του Μαραθώνα είναι η μάχη για την αποτροπή της έλευσης του ΔΝΤ, μπορεί να κερδίσει μερικά ψίχουλα από τη δυσαρέσκεια κάποιων ομάδων, θα χάσει όμως μια για πάντα όλη τη δυναμική μεσαία τάξη.

Ο κ. Παπανδρέου δεν θα έχει για πολύ ακόμη την ανοχή του κόσμου. Γι’ αυτό πρέπει να αλλάξει τώρα τους άχρηστους υπουργούς και υφυπουργούς, να φτιάξει ένα Μαξίμου που να μη σκέπτεται μόνο και να πάρει μια βαθιά ανάσα... Οι συνήθεις ύποπτοι του λένε ό, τι έλεγαν οι μοιραίοι σύμβουλοι στον Καραμανλή: «όχι ακόμη ανασχηματισμός, δεν έχει κλείσει ο πολιτικός χρόνος» κ.λπ. «Βρε, ποιος πολιτικός χρόνος, η χώρα καίγεται και εσείς ασχολείσθε με χαζοπαρτίδες πολιτικής τακτικής;», θα έπρεπε να είναι η απάντηση. Και κάτι ακόμη. Ο κ. Παπανδρέου και οι στενοί του συνεργάτες πρέπει τώρα να έχουν τα μάτια τους δέκα φορές πιο ανοικτά μην τυχόν και τους σκάσει κάποιο σκάνδαλο, έστω και μικρό. Κάτι τέτοιο δεν θα τους στερούσε απλώς το ηθικό πλεονέκτημα, θα οδηγούσε σε απίστευτες κοινωνικές εκρήξεις.

Θα με ρωτήσετε αν έπειτα από όλα αυτά που γράφω είμαι αισιόδοξος. Θα σας ρωτήσω, με τη σειρά μου, αν είχαμε άλλη διέξοδο εκεί που φτάσαμε. Εχουμε χρεοκοπήσει και είμαστε ένα καρυδότσουφλο με μηδέν γεωπολιτική αξία, μηδενική παραγωγή και χωρίς αξιοσημείωτους συμμάχους. Αν Γερμανοί και Γάλλοι δεν φοβούνταν ότι χρεοκοπώντας θα ρίξουμε και μερικές τράπεζές τους, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μας δάνειζαν.

Είμαι αισιόδοξος, γιατί πιστεύω ότι: (α) ο Ελληνας έχει φιλότιμο και έναν εγωισμό που μπορεί να του βγάλει απίστευτα προτερήματα σε μια κρίση, και (β) μια μεγάλη πια μεσαία τάξη έχει ένα ισχυρότατο ένστικτο αυτοσυντήρησης. Είμαι όμως και ανήσυχος, γιατί ξέρω πόσο ανεπαρκές είναι μεγάλο κομμάτι του πολιτικού μας προσωπικού, πόσο χαμηλό μπορεί να είναι το επίπεδο του ελληνικού δημόσιου διαλόγου με ευθύνη ημών των δημοσιογράφων και, τέλος, πόσο δυνατοί είναι οι σπασμοί του λαϊκίστικου μεταπολιτευτικού τέρατος που σφαδάζει καθώς τελειώνει. Μακάρι να μην καταφέρει να τραυματίσει θανάσιμα ό, τι δημιουργικό και θετικό έμεινε σε αυτόν τον τόπο.

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Αποπληθωρισμός: Το πλέον τρομακτικό σενάριο της οικονομικής κρίσης, στο οποίο βρισκόμαστε πιο κοντά από ποτέ, με καλύτερη δυνατή ενδεχόμενη επένδυση τη διατήρηση των χρημάτων σε μετρητά

Αποπληθωρισμός: Το πλέον τρομακτικό σενάριο της οικονομικής κρίσης, στο οποίο βρισκόμαστε πιο κοντά από ποτέ, με καλύτερη δυνατή ενδεχόμενη επένδυση τη διατήρηση των χρημάτων σε μετρητά

Αρκετές δεκαετίες πριν, λίγα χρόνια μετά το οικονομικό κραχ του 1929, ο αμερικανός οικονομολόγος Irving Fischer περιέγραψε τον τρόπο λειτουργίας αυτού του παράδοξου «φαινομένου». Ο αποπληθωρισμός δημιουργείται, σύμφωνα με τον ίδιο, όταν οι δανειστές ή οι οφειλέτες διαπιστώνουν ότι στην Οικονομία γενικά (δημόσιο, επιχειρήσεις, καταναλωτές) έχουν μαζευτεί πάρα πολλά χρέη. Οι επιχειρηματίες και οι ιδιώτες, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορούν πρακτικά να κάνουν τίποτα σωστό.

Ο καθένας προσπαθεί να ξεχρεωθεί, κάτι που εν πρώτοις φαίνεται εξαιρετικά λογικό για όλους. Όμως, εάν συμβεί να συμπέσουν όλοι μαζί, να προσπαθήσουν δηλαδή όλοι οι άνθρωποι την ίδια εποχή να ξεχρεωθούν, τότε η κρίση (αποπληθωρισμός) γίνεται ακόμη μεγαλύτερη. Η επιταχυνόμενη προσπάθεια μείωσης των χρεών οδηγεί σε πανικοβλημένες πωλήσεις πάση θυσία (όσο-όσο), σε μειώσεις των αποταμιεύσεων λόγω εξόφλησης μελλοντικών υποχρεώσεων, σε πτώση των τιμών όλων ανεξαιρέτως των αξιών (προϊόντα, μετοχές, ακίνητα κλπ), σε χρεοκοπίες, στο σταμάτημα της παραγωγής, στην υπερβολική ανεργία, στην απαισιοδοξία (μιζέρια), στην επιλογή των μετρητών χρημάτων αντί οποιασδήποτε άλλης τοποθέτησης/επένδυσης (!) και κατ’ επέκταση στην ανατίμηση των χρημάτων, οπότε στην (αυτόματη) άνοδο του πραγματικού επιτοκίου.   

Όπως γράφει ο αμερικανός οικονομολόγος, το ξεχρέωμα τότε «εξιδανικεύεται» από όλους τους ανθρώπους. Ενώ όμως ο αριθμός των οφειλομένων χαρτονομισμάτων μειώνεται, η διαδικασία της μείωσης αυτής δεν μπορεί να είναι τόσο γρήγορη, όσο η παράλληλη αύξηση της αξίας των οφειλομένων χρημάτων. Εξ αυτού δημιουργείται το παράδοξο, σύμφωνα με το οποίο η μαζική προσπάθεια όλων να ξεφύγουν από τα χρέη να οδηγεί την κοινωνία ακόμη πιο βαθειά στην παγίδα των χρεών. «Όταν το καράβι της Οικονομίας ναυαγήσει και χάσει την ισορροπία του», μας λέει χαρακτηριστικά, «..δεν επανέρχεται ποτέ ξανά πίσω, αλλά βυθίζεται».

Ο Βρετανός συνάδελφος του Fischer εκείνη την εποχή, ο John Hicks, ονομάζει το φαινόμενο «παγίδα ρευστότητας». Όταν οι κεντρικές τράπεζες δηλαδή μειώσουν τα επιτόκια δανεισμού των τραπεζών στο μηδέν, δεν έχουν πλέον καμία άλλη δυνατότητα να βοηθήσουν, με στόχο την αναθέρμανση της Οικονομίας. Εάν και εφ’ όσον οι τιμές όλων των αξιών μειώνονται συνεχώς, ακόμη και ένα μηδενικό επιτόκιο είναι πολύ υψηλό, αφού ο καθένας έχει «αντι-καταναλωτικό» κίνητρο και επιλέγει να διατηρήσει τα χρήματα του μετρητά, αντί να τα θέσει σε κυκλοφορία.

Φυσικά οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να προσφέρουν αρνητικά επιτόκια (να δωρίσουν δηλαδή χρήματα), ξεπερνώντας το «τεχνικό όριο» (μηδέν). Από τον κλασικό όμως δρόμο, μέσω των τραπεζών δηλαδή, δεν πρόκειται κάτι τέτοιο να προσφερθεί παρακάτω στους καταναλωτές. Στην θεωρητική αυτή περίπτωση, το αρνητικό επιτόκιο των κεντρικών τραπεζών θα έπρεπε να είναι τόσο «υψηλό», ώστε να περιλαμβάνει και το κέρδος –spread- των κανονικών τραπεζών (οι οποίες όμως, ακόμη και υπό αυτές τις προϋποθέσεις, πολύ δύσκολα θα δάνειζαν τους πελάτες τους). Κατ’ επακόλουθο, μόνο το κράτος μέσω της δικής του ζήτησης (αλλά και της εκτεταμένης εκτύπωσης χρημάτων για να μειωθεί η  αξία των υφισταμένων – με το ρίσκο του υπερπληθωρισμού) θα μπορούσε να διατηρήσει την ομαλή λειτουργία της αγοράς. Στις Η.Π.Α. και στην Ιαπωνία τα επιτόκια των κρατικών τραπεζών είναι ήδη μηδενικά!   

Ο Larry Summers, ο ανώτατος οικονομικός σύμβουλος του σημερινού προέδρου των Η.Π.Α. θεωρεί ότι ο αποπληθωρισμός αποτελεί έναν πραγματικό κίνδυνο για την οικονομία σήμερα. Αντίθετα, ο πρόεδρος της ΕΚΤ J. C. Trichet, στην ομιλία του ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ισχυρίστηκε ότι δεν υφίσταται κίνδυνος αποπληθωρισμού. Όμως, ήδη μειώνονται οι τιμές των προϊόντων – βέβαια, κυρίως λόγω της μείωσης των τιμών του πετρελαίου. Με αρχή όμως το καλοκαίρι θεωρείται πιθανόν ότι θα ακολουθήσει αρνητικός πληθωρισμός, επειδή τότε θα υπάρχει σύγκριση με το υψηλότερο επίπεδο των τιμών του πετρελαίου (καλοκαίρι του 2008).

             

Αν και οι περισσότεροι οικονομολόγοι θεωρούν μάλλον απίθανο το σενάριο του αποπληθωρισμού, η «αγορά» καταδεικνύει (αποδόσεις των κρατικών ομολόγων με εγγύηση έναντι του πληθωρισμού - αποδόσεις απλών κρατικών ομολόγων) ότι η Γαλλία πρόκειται να εισέλθει εντός του έτους στην παγίδα του αποπληθωρισμού, ενώ η Ιαπωνία είναι ήδη αντιμέτωπη με αυτόν (με ρυθμό 2% ετήσια, όταν κατά τη διάρκεια της «χαμένης δεκαετίας» ήταν γύρω στο μηδέν). Στις Η.Π.Α. το πρόβλημα φαίνεται να είναι εντονότερο, αφού σε αυτό και στο επόμενο έτος προβλέπεται μείωση των τιμών κατά 4% κάθε φορά (η χώρα πιστεύει ότι το 2019 θα επανέλθει «κατ’  ευχή» ο πληθωρισμός!).

Κατά την άποψη μας (όσο επιτρέπεται να έχει κανείς απόψεις πάνω σε θέματα που καθορίζονται από την ψυχολογία των ανθρώπων – πόσο μάλλον από τη μαζική και τη συντονισμένη, με τις πάσης φύσεως «αυτοεκπληρούμενες προφητείες» κ.ο.κ.), στις Η.Π.Α. δεν θα έχουμε αποπληθωρισμό, αφού τον έχουν ήδη αντιμετωπίσει το 1929 - υπάρχει μνήμη επομένως – και κάνουν με έντονους ρυθμούς ότι μπορούν για να τον αποφύγουν («τυπώνουν» χρήματα κ.α.).  

Αντίθετα, στην Ευρώπη δεν υπάρχει μνήμη αποπληθωρισμού, αλλά έντονη μνήμη πληθωρισμού. Ακριβώς για το λόγο αυτό δεν έχουν ληφθεί άμεσα μέτρα (εξαίρεση η Μ. Βρετανία, η οποία είναι όμως αντιμέτωπη με πολλά άλλα εγγενή προβλήματα), όχι τουλάχιστον με το ρυθμό και την έκταση που παρατηρούμε στις  Η.Π.Α., οπότε ο κίνδυνος αποπληθωρισμού είναι εξαιρετικά μεγάλος (εάν είμαστε υποχρεωμένοι λοιπόν να έχουμε μετοχές, θα προτιμούσαμε σίγουρα αυτές των Η.Π.Α.)

Σε κάθε περίπτωση, πιστεύουμε (υποκειμενικά, καμία πρόταση ή προτροπή) ότι οι επενδυτές κάθε είδους θα πρέπει να αναθεωρήσουν εντελώς τις μέχρι στιγμής «στρατηγικές» τους και να περιμένουν διατηρώντας τα χρήματα τους μετρητά (έντοκες καταθέσεις μικρής προθεσμίας κλπ), τουλάχιστον μέχρι να φανεί η κατεύθυνση που θα ακολουθήσουν οι επί μέρους Οικονομίες. Ας μην ξεχνάμε ότι σε περίπτωση πληθωρισμού (πόσο μάλλον υπερπληθωρισμού), οι σημαντικότερες αποδόσεις με σχετικά ελεγχόμενους, αντίστοιχους κινδύνους καταγράφονται από τις αξίες (μετοχές υγιών εταιριών, εμπορεύματα, οικόπεδα κ.α.) ενώ, σε περίπτωση αποπληθωρισμού, από τα μετρητά.

Ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες, θεωρούμε ότι θα πρέπει να αποφύγει κανείς εντελώς την πρόσφατη «μνήμη», με βάση την οποία ήταν οι οδηγοί της τεράστιας ανόδου των χρηματιστηριακών αγορών.


Βασίλης Βιλιάρδος (27.02.09)

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ


Μέτρηση του Υπουργείου Οικονομικών των Η.Π.Α. από 27.02.09: Πτώση 6,2% στο ΑΕΠ δ' τριμήνου

Παρά το ότι η αρχική εκτίμηση προέβλεπε πτώση του ΑΕΠ δ’ τριμήνου κατά 3,8%, τελικά μετρήθηκε στο -6,8% (έναντι -0,5% του γ’ τριμήνου). Πολύ μεγάλη πτώση σημειώθηκε στις καταναλωτικές δαπάνες (70% της οικονομίας), οι οποίες μειώθηκαν με το μεγαλύτερο ρυθμό των τελευταίων 30 ετών, στις επενδύσεις και στις εξαγωγές.   

Υπερπληθωρισμός, πληθωρισμός ή μήπως αποπληθωρισμός; Ο οποιοσδήποτε οικονομικός προγραμματισμός, δημόσιος, επιχειρηματικός ή ιδιωτικός, εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα


Χωρίς να αναλύσουμε ιδιαίτερα αυτές τις εκ διαμέτρου αντίθετες έννοιες, αφού είναι γνωστές τόσο θεωρητικά, όσο και εμπειρικά (ο αποπληθωρισμός κυρίως από τη μεγάλη ύφεση που ακολούθησε το χρηματιστηριακό κραχ του 1929 - πρόσφατα από την Ιαπωνία, αν και μάλλον στασιμοπληθωρισμός), θα αναφέρουμε απλά ότι, οποιαδήποτε αλυσιδωτή αντίδραση «πυροδοτηθεί» από την πρώτη ή την τελευταία, θα έχει απίστευτα μεγάλο αντίκτυπο στο οικονομικό περιβάλλον (εργασία, παραγωγή, επενδύσεις, δημόσιο κ.α.).

Σε γενικές γραμμές, ο αποπληθωρισμός χαρακτηρίζεται από τη μείωση των τιμών των προϊόντων «κάτω από τη βάση» (αρνητικός πληθωρισμός), ενώ ο πληθωρισμός από την αύξηση τους. Ο μεν πρώτος έχει σαν αποτέλεσμα τη μείωση της «αξίας» όλων των περιουσιακών στοιχείων (assets deflation – μετοχές, ομόλογα, ακίνητα κλπ), με εξαίρεση τα χρήματα (μετρητά), η αγοραστική δύναμη των οποίων αυξάνεται συνεχώς, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει δυνατότητα σωστής «διαχείρισης» τους μέσω των επιτοκίων (εάν δεχτούμε ότι δεν είναι δυνατόν να καθιερωθούν αρνητικά επιτόκια). Με τις τιμές όλων των προϊόντων να ευρίσκονται σε διαρκή πτώση, οι επενδύσεις στην πραγματική οικονομία γίνονται ασύμφορες, οι παραγωγικές μονάδες χρεοκοπούν, η ζήτηση μειώνεται συνεχώς (αυξάνεται δυσανάλογα η αποταμίευση), εμφανίζονται στρατιές ανέργων κ.ο.κ.

Οι (απαισιόδοξοι) καταναλωτές, βλέποντας τα χρήματα τους να αποκτούν όλο και μεγαλύτερη αξία, σε συνάρτηση με τη δυσπιστία τους για το οικονομικό κλίμα (διαφθορά, κακές ειδήσεις κ.α.), προτιμούν να τα κρατούν ως έχουν (μετρητά), ελαχιστοποιώντας τις ανάγκες τους (κατανάλωση). Εκτός των άλλων, το δημόσιο χρέος αυξάνεται από όλες τις παραπάνω παρενέργειες, ιδιαίτερα από την αύξηση της αξίας των χρημάτων σε άμεση σχέση με τα μειωμένα έσοδα.    

Ο πληθωρισμός, αντίθετα, αυξάνει σε τελική ανάλυση την αξία των περιουσιακών στοιχείων (assets inflation), μειώνει την αγοραστική αξία των χρημάτων, αποτελεί κίνητρο για επενδύσεις και λειτουργεί «τεχνητά» στη μείωση το δημοσίου χρέους. Ο υπερπληθωρισμός όμως αμβλύνει τις θετικές επιπτώσεις, δημιουργώντας μεγάλα προβλήματα, αφ’ ενός μεν στους μισθωτούς-καταναλωτές, οι οποίοι βλέπουν το εισόδημα τους να εξαφανίζεται, αφ’ ετέρου σε όλους τους υπόλοιπους, αφού η ζήτηση μειώνεται ξανά, λόγω της αδυναμίας των καταναλωτών να διαθέσουν χρήματα ακόμη και για την κάλυψη των πλέον απαραίτητων αναγκών τους.

Επομένως, η οποιαδήποτε απόφαση σε σχέση με τη διαχείριση των οικονομικών, είτε από τα κράτη, είτε από τους ιδιώτες (επιχειρηματίες, επενδυτές και καταναλωτές), ευρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με το τι τελικά θα ακολουθήσει.

                       

Ακριβώς για το λόγο αυτό, οι μέθοδοι διαχείρισης της σημερινής κρίσης τόσο από τα κράτη, όσο και από τους επενδυτές, είναι εντελώς διαφορετικοί. Οι Η.Π.Α. προφανώς θεωρούν μεγαλύτερο τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού και γι αυτό «μηδενίζουν» τα επιτόκια, «τυπώνουν» χρήματα ή προσπαθούν να διατηρήσουν πάση θυσία «εν ζωή» μη βιώσιμες επιχειρήσεις. Η Ε.Ε. δεν φαίνεται να έχει απαντήσει ακόμη στο ερώτημα, με τις χώρες που την αποτελούν να εφαρμόζουν διαφορετικές πολιτικές «διαχείρισης» της κρίσης, με συχνές αλλαγές «πλεύσης» (Γερμανία: Κατ’ αρχήν «Ο καθένας μόνος του» και σήμερα, αξιολογώντας το μέγεθος του προβλήματος των Η.Π.Α. και το αντίκτυπο στις εξαγωγές της, προτείνει «βοήθεια από όλους στην ενίσχυση των χωρών της πρώην Ανατολικής Ευρώπης» - ενίσχυση των «πελατών» της δηλαδή).

Άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η Σουηδία, επιλέγουν τη μέση οδό, προετοιμαζόμενες για (αποπληθωριστική ή μη) σημαντική ανεργία και σώζοντας μόνο επιλεκτικά επιχειρήσεις (όχι στην Saab – 15.000 άνεργοι και ναι στην Canergie), ενώ η Αυστραλία φαίνεται να κατευθύνεται στον προστατευτισμό, κλείνοντας μεταξύ άλλων τα σύνορα της σε νέους μετανάστες.  

Όλοι όσοι λοιπόν έχουν άποψη (γνώση φυσικά δεν υπάρχει – ο Πλάτωνας είπε ότι η γνώση εξαρτάται από το αντικείμενο και για ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο αντικείμενο δεν μπορεί να υπάρξει γνώση) και δίνουν συμβουλές αυτήν την πρωτόγνωρα παγκοσμιοποιημένη εποχή, ιδιαίτερα οι μη επαγγελματίες οικονομικοί ή χρηματιστηριακοί «σχολιαστές» (όχι αυτοί των ΜΜΕ, οι οποίοι προφανώς είναι υποχρεωμένοι να κάνουν τη δουλειά τους, γράφοντας δυστυχώς καθημερινά), θεωρούμε ότι ως συνήθως συμπεριφέρονται σαν προφήτες, αφού κανένας στον κόσμο δεν είναι σε θέση να προβλέψει την κατεύθυνση τόσο της παγκόσμιας οικονομίας, όσο και των επί μέρους εθνικών οικονομιών (δεν είναι σε καμία περίπτωση όλες οι ίδιες, ούτε «ψυχολογικά», αλλά ούτε και «τεχνοκρατικά», πολιτισμικά ή αντικειμενικά). 

Βασίλης Βιλιάρδος (25.02.09)

Γιατί στα χρηματοοικονομικά υπάρχει και καπνός χωρίς φωτιά;



ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΞΠΡΕΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010


Η δημοσιονομική κρίση
Βρισκόμαστε εδώ και μερικούς μήνες εν μέσω, της ποιο σοβαρής, δημοσιονομικής κρίσης που πέρασε η Ελλάδα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τι ακριβώς σημαίνει όμως η διαπίστωση ότι βρισκόμαστε σε κρίση; Από πού προήλθε και γιατί εμφανίστηκε ξαφνικά μετά τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές; Τι άλλαξε; Το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας ξεκινά από την ύπαρξη συνεχόμενων ελλειμμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό όλα αυτά τα χρόνια: τα έξοδα του δημοσίου για μισθούς, συντάξεις, παιδεία, υγεία, άμυνα, ξεπερνούσαν τα αντίστοιχα έσοδα από φόρους και επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως και στα προσωπικά μας οικονομικά, αν συμβαίνει το ίδιο σε έναν μήνα τότε την διαφορά την καλύπτουμε με δανεισμό είτε μέσω συγγενών και φίλων είτε μέσω τραπεζών με καταναλωτικά δάνεια ή πιστωτικές κάρτες. Αν αυτό όμως συνεχιστεί για πολλούς μήνες τότε το ύψος του χρέους μας θα αυξάνεται συνεχώς. Έτσι διογκώθηκε και το ελληνικό δημόσιο χρέος ξεπερνώντας πλέον τα €271 δις όταν το ΑΕΠ μας, δηλαδή το σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε ένα έτος στη χώρα μας, είναι περίπου €240 δις και οι ανάγκες για νέο δανεισμό περίπου €30 δις για το τρέχον έτος. Αυτό σημαίνει ότι το συνολικό χρέος αντιπροσωπεύει το 113% του ΑΕΠ και οι δανειακές ανάγκες το 12.5% όταν τα δύο αυτά μεγέθη σύμφωνα με τις τους όρους του «Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης έπρεπε να είναι κάτω από το 60% και 3% αντίστοιχα. Βέβαια, οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. δεν πληρούν έναν ή και τους δύο αυτούς όρους.

Ομόλογα και κίνδυνος
Οι κυβερνήσεις, σε αντίθεση με τα προσωπικά μας οικονομικά, δανείζονται σε αυτές τις περιπτώσεις μέσω έκδοσης ομολόγων. Υπάρχουν διάφορες μορφές ομολόγων αλλά οι λειτουργία τους σε ότι μας αφορά εδώ είναι η ίδια: τα ομόλογα αποτελούν μια «ομολογία» χρέους του εκδότη προς τον αγοραστή. Έτσι τα ομόλογα στην φυσική τους μορφή (χαρτί) αναγράφουν τον εκδότη του χρέους, πχ «Ελληνικό Δημόσιο», το ποσό του δανεισμού ή αλλιώς «ονομαστική αξία», και την ημερομηνία λήξης του, έστω μετά από ένα χρόνο. Ο αγοραστής του ομολόγου θα το επιστρέψει στον εκδότη κατά την ημερομηνία της λήξης για να πάρει πίσω την ονομαστική αξία που αναγράφεται σε αυτό. Για παράδειγμα, αν το ελληνικό δημόσιο θέλει να δανειστεί €1,000,000 για ένα χρόνο τότε θα εκδώσει 1000 ομόλογα ονομαστικής αξίας €1000 το καθένα. Φυσικά, αν ο αγοραστής πάρει σε ένα έτος από σήμερα €1000 από το δημόσιο θα πρέπει να αγοράσει σήμερα το ομόλογο σε μια τιμή μικρότερη των €1000 έτσι ώστε η διαφορά να αποτελεί τους τόκους που θα αποκομίσει. Αγοράζοντας το ομόλογο σήμερα με €950 και εισπράττοντας σε ένα χρόνο €1000 έχει απόδοση €50 στα €950 που επένδυσε, άρα το επιτόκιο είναι ίσο με €50/€950 = 0.0526% ή 5.26%. Βασική αρχή σε όλες τις χρηματαγορές και ειδικότερα στην δανειακή είναι ότι το επιτόκιο δανεισμού είναι ευθέως ανάλογο του κινδύνου μη αποπληρωμής του δανείου. Στα προσωπικά μας οικονομικά, όσο το ύψος του χρέους μας αυξάνεται σε σχέση με το εισόδημά μας, τόσο θα αυξάνεται και η πιθανότητα να έχουμε δυσκολία ή αδυναμία στην αποπληρωμή του. Έτσι ο κίνδυνος για την τράπεζα αυξάνεται και αυτό μετασχηματίζεται στην αύξηση του επιτοκίου μας. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα ομόλογα. Όσο ο κίνδυνος μη αποπληρωμής για την Ελλάδα, δηλαδή ο κίνδυνος πτώχευσης, αυξάνει είτε πραγματικά, είτε επειδή –και αυτό είναι πολύ σημαντικό- έτσι πιστεύουν οι επενδυτές, τόσο τα ομόλογα των €1000 θα πωλούνται στους επενδυτές σε όλο και χαμηλότερες τιμές έτσι ώστε να αποφέρουν μεγαλύτερο τόκο ο οποίος αντικατοπτρίζει τον αυξημένο κίνδυνο, πχ €940 στο παραπάνω παράδειγμα που μεταφράζεται σε επιτόκιο 6.38%.

Το επιτόκιο δανεισμού και το «spread»
Σήμερα, το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα δεν είναι ότι δεν μπορεί να βρει τα κεφάλαια που χρειάζεται για να δανειστεί: κατά την έκδοση ομολόγων τον Φεβρουάριο όπου χρειάστηκε χρηματοδότηση αξίας €6 δις, η συνολική προσφορά ήταν περί τα €25 δις. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η εξεύρεση των κεφαλαίων αλλά το κόστος δανεισμού, δηλαδή τα επιτόκια που πρέπει να πληρώσει το ελληνικό δημόσιο προκειμένου να δανειστεί. Αυτά τα επιτόκια είναι πολύ μεγαλύτερα αυτών που πληρώνει, για παράδειγμα, η Γερμανική κυβέρνηση η οποία δανείζεται (ναι, και οι γερμανοί όπως και όλες σχεδόν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν ελλειμματικό προϋπολογισμό) με 3.5% επιτόκιο. Η διαφορά ανάμεσα στο επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας και της Γερμανίας αποτελεί το πολύ γνωστό πλέον «spread» (στα ελληνικά περιθώριο). Σήμερα το spread είναι μεγαλύτερο του 3% και έφτασε και το 3,5% ενώ ένα χρόνο πριν ήταν στο επίπεδο του 1%. Η διαφορά είναι τεράστια για τα οικονομικά της χώρας μας. Αν το συνολικό χρέος είναι €271 δις τότε η διαφορά των 2 ποσοστιαίων μονάδων αντιπροσωπεύει μια επιβάρυνση στους συνολικούς τόκους που πρέπει να πληρώσει το ελληνικό δημόσιο περίπου €5.5 δις τον χρόνο! Αν λοιπόν το κόστος δανεισμού μας έπεφτε στο επίπεδο του 1% spread ή αλλιώς επιτόκιο 4.5% τότε θα εξοικονομούσαμε €5.5 δις τον χρόνο που θα μπορούσαν να δαπανηθούν είτε στο πρόγραμμα κρατικών επενδύσεων, στην παιδεία, υγεία, κλπ είτε φυσικά στην αποπληρωμή μέρους του συνολικού μας χρέους. Εκεί εστιάζονται και οι προσπάθειες της κυβέρνησης αυτόν τον καιρό. Ο πρωθυπουργός έχει επανειλημμένα τονίσει ότι δεν ζητάμε οικονομική βοήθεια από κανέναν, δηλαδή να μας χαριστούν χρήματα για να καλύψουμε το έλλειμμα, αλλά ζητάμε χαμηλότερα επιτόκια, κοντά δηλαδή στο 4.5% που ήταν στο παρελθόν. Αυτός είναι και ο στόχος των ενεργειών που γίνονται για την εξεύρεση κάποιας λύσης-βοήθειας από την Ε.Ε. δηλαδή η παροχή δανείου στην Ελλάδα με επιτόκιο χαμηλότερο αυτού που πληρώνουμε τώρα.

Πώς προέκυψε το πρόβλημα;
Τι συνέβη λοιπόν μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου και αυξήθηκε κατακόρυφα το spread; Όπως είδαμε, μια τέτοια αύξηση των επιτοκίων θα σημαίνει ότι η πιθανότητα μη-αποπληρωμής (default) της ελληνικής οικονομίας αυξήθηκε σημαντικά. Γιατί ξαφνικά οι αγορές πιστέψανε ότι ο κίνδυνος της ελληνικής οικονομίας αυξήθηκε τόσο πολύ; Η απάντηση είναι πολύ απλή: τους το ανακοινώσαμε εμείς! Η προηγούμενη κυβέρνηση ανακοίνωνε ένα έλλειμμα για το 2009 της τάξης του 6.7% και οι αγορές αποτιμήσανε τον σχετικό κίνδυνο και αυτός αποτυπώνονταν στο τότε επιτόκιο σύμφωνα με την θεμελιώδη σχέση κινδύνου-απόδοσης των χρηματοοικονομικών. Η νέα κυβέρνηση αμέσως μετά τον σχηματισμό της ανακοίνωσε ότι η προηγούμενη έδινε σκόπιμα λανθασμένα στοιχεία στις αγορές και στην Ε.Ε. καθώς το πραγματικό έλλειμμα ήταν 12.5% σχεδόν διπλάσιο από την προηγούμενη εκτίμηση που είχαν οι αγορές. Ήδη το 6.7% αποτελούσε σημαντική απόκλιση από τους όρους του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης που επιτάσσουν ένα μέγιστο έλλειμμα 3% ως ποσοστό του ΑΕΠ και τώρα το σχεδόν διπλάσιο και η παραδοχή της παροχής φαλκιδευμένων δημοσιονομικών στοιχείων εκτίναξαν την αβεβαιότητα και την ανησυχία των επενδυτών για το τι πραγματικά συμβαίνει στην Ελλάδα στα ύψη, συμπαρασύροντας φυσικά μαζί και το επιτόκιο δανεισμού και το spread. Παρόμοιο αποτέλεσμα είχαμε πριν πέντε χρόνια περίπου όταν η τότε νέα κυβέρνηση έκανε κάτι αντίστοιχο με την σημερινή μέσω της «δημοσιονομικής απογραφής» όπως την ονόμασε: ανακοίνωσε στις αγορές και στους εταίρους μας στην Ε.Ε. ότι τα στοιχεία για το χρέος που έδινε η προηγούμενη κυβέρνηση ήταν υποεκτιμημένα. Η ιστορία επαναλαμβάνεται προφανώς και το οικονομικό κόστος των «αποκαλύψεων» αυτών δεν το πληρώνει βέβαια καμιά κυβέρνηση αλλά οι Έλληνες φορολογούμενοι.

Πώς ακριβώς λειτουργούν και ποιοι είναι οι κερδοσκόποι;
Ο όρος που ακούμε καθημερινά πλέον στην δημοσιονομική αυτή κρίση είναι οι «κερδοσκόποι» που δρουν εναντίων της Ελλάδας δράττοντας την ευκαιρία να επωφεληθούν μέσα σε μια περίοδο αβεβαιότητας, κινδύνου και έλλειψης εμπιστοσύνης για την δημοσιονομική κατάσταση της χώρας την οποία φυσικά μόνοι μας δημιουργήσαμε. Για να καταλάβουμε ποιοι είναι και πώς δρουν οι «κερδοσκόποι» θα πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε την δομή αυτής της αγοράς των κρατικών ομολόγων. Στην αγορά αυτή οι συμμετέχοντες μπορεί να είναι διάφορες διεθνείς και εγχώριες επενδυτικές τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, αντισταθμιστές κινδύνου, συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οι οποίοι μπορεί να είναι πολλοί αριθμητικά, αλλά κάποιοι από αυτούς έχουν ηγετική θέση στην αγορά ομολόγων λόγω μεγέθους, τεχνογνωσίας αλλά και εσωτερικής πληροφόρησης. Τα τελευταία χαρακτηριστικά είναι αυτά που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «στρεβλώσεις της αγοράς» και είναι γενικά ανεπιθύμητες γιατί μειώνουν την κοινωνική ευημερίας. Αντί λοιπόν να μιλάμε για μια πλήρως ανταγωνιστική αγορά που αποτελεί το ιδεατό κάθε οικονομολόγου, ουσιαστικά έχουμε ένα σύστημα οργάνωσης της αγοράς που αποκαλείται «ολιγοπώλιο» και χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία στην αγορά λίγων επιχειρήσεων οι οποίες με τις αποφάσεις τους μπορούν να επηρεάσουν όλη την αγορά. Η αγορά ομολόγων του ελληνικού δημοσίου έχει το χαρακτηριστικό ότι το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού χρέους των €271 το έχουν αγοράσει, έχουν δηλαδή στην κατοχή τους τα αντίστοιχα ομόλογα, λίγες μόνο τράπεζες από την Γερμανία, Ελβετία, ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο, με αυτή την σειρά σημαντικότητας. Έτσι, κάθε φορά που τα επιτόκια δανεισμού της ελληνικής κυβέρνησης αυξάνουν, η Deutschebank, η Goldman Sachs και η JP Morgan κερδίζουν τα επιπλέον €5.5 δις από την αύξηση του spread μέσα σε λίγους μήνες όπως είδαμε παραπάνω. Αυτό αποτελεί φυσικά κερδοσκοπία αλλά δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει μια τράπεζα η οποία κερδίζει δανείζοντας σε ελλειμματικές οικονομικές μονάδες όπως ακριβώς ορίζει και το καταστατικό της. Δεν θα μιλούσαμε λοιπόν για τους «κακούς» κερδοσκόπους αν αυτή ήταν όλη η εικόνα και η αγορά λειτουργούσε μόνο έτσι. Το πρόβλημα ξεκινά από την δυνατότητα που έχουν οι μεγάλες διεθνείς επενδυτικές τράπεζες λόγω της ολιγοπωλιακής οργάνωσης της αγοράς, να επηρεάζουν καθοριστικά τις τιμές. Αν πχ οι Deutschebank και Goldman Sachs μετά την αγορά των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου στην τιμή των €960 στην έκδοσή τους με ονομαστική αξία €1000 τα διακρατούσαν μέχρι την λήξη τους ένα χρόνο μετά, θα εισπράττανε €1000 έχοντας πληρώσει (δανείσει) για αυτό το ομόλογο στο ελληνικό δημόσιο €960. Τότε η συνολική τους απόδοση, το επιτόκιο δηλαδή που αντιστοιχεί, υπολογίζεται ως το κέρδος δια το ποσό που επενδύσανε και είναι €40/€960 = 0.0417 ή 4.17%. Μια εναλλακτική πιο αποδοτική στρατηγική είναι να προσπαθήσουν να κερδοσκοπήσουν εκμεταλλευόμενοι την ηγετική τους θέση στην αγορά. Μπορούν απλά να αφήσουν έντεχνα να διαρρεύσουν στην αγορά φήμες ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας είναι πολύ χειρότερη από ότι γνωρίζαμε έως σήμερα, με αποτέλεσμα το τρέχον επιτόκιο του 4.17% να μην αντικατοπτρίζει τον πραγματικό κίνδυνο χρεωκοπίας της χώρας. Ταυτόχρονα, αρχίζουν και πωλούν στις διεθνείς χρηματαγορές ελληνικά ομόλογα σε τιμή κάτω των €960 στην οποία τα αγόρασαν, έστω €955. Φυσικά δεν είναι τόσος αφελείς ώστε να υποστούν τέτοιες ζημίες χωρίς λόγο. Πουλώντας τα ομόλογα σε τιμή μικρότερη αυτής που τα αγόρασαν, δείχνουν στους επενδυτές σε όλο τον κόσμο ότι οι μεγάλες τράπεζες ξεφορτώνονται τα ελληνικά ομόλογα και συνεπώς οι εικασίες και φήμες για πιθανότητα πτώχευσης της ελληνικής οικονομίας είναι πραγματικές! Οι επενδυτές τείνουν να ακολουθούν τους κολοσσούς αυτούς καθώς αυτοί έχουν την εμπειρία, αλλά και εκατοντάδες ή χιλιάδες από τους καλύτερους οικονομικούς αναλυτές να εργάζονται κάνοντας προβλέψεις και εκτιμώντας αυτά τα σενάρια. Ως συνέπεια, σημειώνονται μαζικές πωλήσεις ελληνικών ομολόγων σε όλες τις χρηματαγορές. Όπως κάθε πρωτοετής φοιτητής οικονομικών γνωρίζει, αλλά είναι και προφανές σε όλους μας, ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης μας λέει ότι όταν η ζήτηση οποιουδήποτε προϊόντος μειώνεται, τότε μειώνεται και η τιμή του. Το ίδιο συμβαίνει και με το «προϊόν» ομόλογο: η τιμή του στις αγορές θα πέσει ακόμη πιο κάτω από τα €955 και όσο οι φήμες για τον κίνδυνο χρεωκοπίας της ελληνικής οικονομίας συνεχίζουν να διαδίδονται η τιμή θα πέφτει ακόμη περισσότερο στα €950, €940, €930 που δίνουν αποδόσεις 5.26%, 6.38% και 7.53% αντίστοιχα. Στο σημείο αυτό, οι κερδοσκόποι δεν έχουν στα χέρια τους πλέον τα ελληνικά ομόλογα αλλά θα εκμεταλλευτούν την πολύ χαμηλή τιμή τους αποτέλεσμα της φήμης για κίνδυνο πτώχευσης και θα τα αγοράσουν και πάλι στην τιμή τώρα των €930 εξασφαλίζοντας αντί του αρχικού 4.17% μια σημαντικά μεγαλύτερη απόδοση ίση με 7.53%! Φυσικά, οι τραπεζικοί κολοσσοί γνωρίζουν από τις αναλύσεις των ειδικών τους καλύτερα από τον κάθε μεμονωμένο επενδυτή τον πραγματικό κίνδυνο που εμπεριέχουν τα ελληνικά ομόλογα και ότι αυτά είναι υποτιμημένα όταν πωλούνται στα €930.

Credit Default Swaps (CDS) ή αλλιώς ασφαλιστήριο ομολόγων
Μια άλλη έννοια που μπήκε στην καθημερινότητα του Έλληνα είναι και τα Credit Default Swaps (CDS) ή ανταλλαγές κινδύνου αθέτησης στα ελληνικά. Τα CDS είναι ένα χρηματοοικονομικό προϊόν που δημιουργήθηκε για πρώτη φορά πολύ πρόσφατα από την Goldman Sachs. Τα CDS λειτουργούν ως αντιστάθμιση του κινδύνου από τον δανεισμό: αν έχω αγοράσει ένα ομόλογο του ελληνικού δημοσίου και φοβάμαι πως δεν θα εισπράξω ποτέ τα €1000 της ονομαστικής του αξίας αν η ελληνική κυβέρνηση πτωχεύσει, τότε μπορώ να αγοράσω ένα CDS στο ελληνικό ομόλογο από κάποιον πωλητή CDS στον οποίο δεσμεύομαι να αποδίδω μέρος ή το σύνολο των αποδόσεων του ελληνικού ομολόγου μέχρι την λήξη του CDS. Μπορεί έτσι να χάνω ένα σημαντικό μέρος, ακόμα και το σύνολο, των αποδόσεων του ομολόγου, όμως σε περίπτωση χρεωκοπίας της ελληνικής κυβέρνησης ο πωλητής του CDS είναι υποχρεωμένος να μου πληρώσει την ονομαστική αξία του ομολόγου. Ουσιαστικά λοιπόν, το CDS αποτελεί ένα είδος ασφάλισης κατά της πιθανότητας χρεωκοπίας της ελληνικής οικονομίας για κάποιον που έχει αγοράσει ελληνικά ομόλογα, κάτι σαν την ασφάλεια κατά πυρός που κάνουμε στο σπίτι μας. Οι κερδοσκόποι όμως εκμεταλλεύονται και τα CDS για να αποκομίσουν ακόμη μεγαλύτερα οφέλη. Κατέχουν όπως είπαμε, ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού χρέους αλλά όχι το σύνολό του ώστε να κερδοσκοπήσουν με τον τρόπο που είδαμε παραπάνω. Έτσι, ρίχνουν στην κερδοσκοπική μάχη και τα CDS: Οι αναλυτές τους έχουν ήδη υπολογίσει την πραγματική πιθανότητα χρεωκοπίας της ελληνικής οικονομίας και όσο διαδίδουν φήμες ότι η πιθανότητα είναι πολύ μεγαλύτερη, τόσο περισσότερα CDS θα πωλούν σε διεθνείς επενδυτές οι οποίοι θέλουν να προστατευτούν από τον κίνδυνο των ελληνικών ομολόγων. Με τον τρόπο αυτό τα κερδοσκοπικά έσοδα πολλαπλασιάζονται. Αυτό που κάνει ακόμη ποιο επικίνδυνο το παιχνίδι με τα CDS είναι η πρακτική της αγοράς «γυμνών» (naked) CDS, δηλαδή η δυνατότητα να αγοράσουμε ένα ασφάλιστρο κατά του κινδύνου πτώχευσης της ελληνικής οικονομίας χωρίς να έχουμε αγοράσει κανένα ελληνικό ομόλογο. Αυτό σημαίνει μια αγορά χωρίς όρια στα κέρδη για τους πωλητές των CDS. Αν η χρήση των CDS είναι το ανάλογο της ασφάλειας πυρός για το σπίτι μας τότε τα naked CDS αποτελούν το ανάλογο του να κάνω ασφάλεια πυρός για το σπίτι του γείτονα μου! Πού είναι το κακό; Στο ότι σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ο ηθικός κίνδυνος (moral hazard) όπως λέγεται στα οικονομικά ή το κίνητρο όπως λέμε στην καθομιλουμένη, να βάλω φωτιά στο σπίτι του γείτονά μου ώστε να εισπράξω την ασφάλεια! Η νομοθεσία όμως στην ασφαλιστική αγορά, η οποία είναι αυστηρά ελεγχόμενη και ρυθμιζόμενη από τις αρχές, μου απαγορεύει την αγορά ασφάλειας για το σπίτι τρίτου, κάτι που δεν απαγορεύεται στην αγορά των naked CDS που είναι πολύ νέα και σχεδόν μη-ελεγχόμενη από τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ.

Οι δικές μας ευθύνες
Οι κερδοσκόποι, όπως είναι αναμενόμενο, θα κάνουν ότι είναι δυνατό για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους καθώς κοιτούν το δικό τους συμφέρον. Αλλά από μόνοι τους δεν μπορούν εύκολα να δημιουργήσουν τέτοιες καταστάσεις στην αγορά χωρίς την δική μας βοήθεια. Οι ευκαιρίες προς εκμετάλλευση των κερδοσκόπων δίνονται από εμάς τους ίδιους: από τις κυβερνήσεις μας που με θάρρος ανακοινώνουν στις διεθνείς αγορές και στην Ε.Ε. ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις, της άλλης παράταξης, ανακοίνωναν εσκεμμένα λανθασμένα στοιχεία γα τα δημοσιονομικά μας. Τέτοιες παραδοχές δεν πλήττουν όμως άμεσα «την άλλη παράταξη». Οι αγορές δεν ενδιαφέρονται για το ποιος έδινε τα λάθος στοιχεία, απλά ενδιαφέρονται για το γεγονός ότι η Ελλάδα έδινε λάθος στοιχεία με αποτέλεσμα η αποτίμηση του κινδύνου των ελληνικών ομολόγων να ήταν μικρότερη από ότι θα έπρεπε και αυτό το πληρώνουμε σήμερα όλοι μας με την μορφή των υψηλών επιτοκίων και spreads υποθηκεύοντας το μέλλον μας. Αν τα ελληνικά δημοσιονομικά είχαν μπει σε τάξη εδώ και δεκαετίες από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις με στόχο το μέσο-μακροπρόθεσμο όφελος για την ελληνική οικονομία και όχι το βραχυπρόθεσμο πολιτικό ψηφοθηρικό κέρδος, τα οικονομικά μας θα ήταν καλύτερα, το δημόσιο χρέος χαμηλότερο και δεν θα υπήρχε το κίνητρο και η ουσία για μια κυβέρνηση να αναδείξει τις ανακρίβειες των δημοσιονομικών δεδομένων της προηγούμενης. Σε αυτή την περίπτωση, η όποια προσπάθεια διάδοσης φημών από τους κερδοσκόπους επικείμενης πτώχευσης της ελληνικής οικονομίας θα αντιμετωπιζότανε με δυσπιστία από τους επενδυτές και θα έπεφτε στο κενό. Τα οικονομικά και ιδιαίτερα τα χρηματοοικονομικά, καθώς βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις προσδοκίες και εκτιμήσεις των επενδυτών, αποτελούν μια φωτεινή εξαίρεση στον κανόνα: στα χρηματοοικονομικά όπου υπάρχει καπνός δεν υπάρχει απαραίτητα και φωτιά.