Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ: Η τεράστια κρυφή ανεργία, ενσωματωμένη στο κόστος εργασίας της χώρας μας, οφείλει να καταπολεμηθεί άμεσα, εάν θέλουμε να αποφύγουμε τα χειρότερα


Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ακούμε συνεχώς την έκφραση «διαρθρωτικές αλλαγές», σε όλες σχεδόν τις συζητήσεις που διαπραγματεύονται τα προβλήματα της χώρας μας. Όσον αφορά το θέμα αυτό και χωρίς να υποτιμάμε τις υπόλοιπες «συνισταμένες» του (φορολογική μεταρρύθμιση, ασφαλιστικό, εξορθολογισμός των δαπανών, εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, δημόσια υγεία - κοινωνικό κράτος, περιορισμός της διαφθοράς – κυρίως της διαπλοκής, η οποία είναι ο πυρήνας του «κακού» στην Ελλάδα, μείωση της γραφειοκρατίας κλπ), θεωρούμε ότι η σημαντικότερη αλλαγή όλων ή, καλύτερα, αυτό που οφείλει να μας απασχολήσει άμεσα, είναι η αύξηση της παραγωγικότητας μας ανά εργαζόμενο (τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στο δημόσιο τομέα).

Κατά την άποψη μας, εάν δεν καταπολεμήσουμε ειδικά αυτό το πρόβλημα το δυνατόν γρηγορότερα, εάν δεν αυξήσουμε δηλαδή την παραγωγικότητα μας σε ευρωπαϊκά επίπεδα, δεν πρόκειται να επιτύχουμε καμία άλλη «διαρθρωτική» αλλαγή - πόσο μάλλον να πάψουμε να χρεωνόμαστε συνεχώς ή να εξοφλήσουμε έστω και ένα ελάχιστο μέρος του τεράστιου δημοσίου χρέους μας. Για παράδειγμα, είναι αδύνατον να επιλύσουμε το ασφαλιστικό πρόβλημα,  παραμένοντας σε τέτοιο βαθμό μη παραγωγικοί: τα ταμεία μας θα δανείζονται συνεχώς - για όσο διάστημα βέβαια θα υπάρχουν πιστωτές. 

Για να τεκμηριώσουμε το συμπέρασμα μας, παραθέτουμε έναν πρώτο «βοηθητικό» πίνακα, στον οποίο αναγράφεται η παραγωγικότητα  της χώρας μας (ΑΕΠ δια του αριθμού των εργαζομένων), σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες «παρόμοιου μεγέθους» (κατάταξη ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων):

ΧΩΡΕΣ
Εργαζόμενοι
ΑΕΠ*
Εξαγωγές *
Παραγ/Εργ.





Ολλανδία
7,50 εκ.
644,6 δις
465,30 δις
85.947
Ελλάδα
4,94 εκ.
237,9 δις
25,76 δις
48.158
Σουηδία
4,66 εκ.
394,5 δις
176,5 δις
84.657
Αυστρία
3,56 εκ.
328,4 δις
158,30 δις
92.247
Δανία
2,90 εκ.
268,8 δις
102,10 δις
92.690
Φιλανδία
2,68 εκ.
210,5 δις
92,62 δις
78.545
Νορβηγία
2,50 εκ.
284,0 δις
136,10 δις
113.699
* 2007 σε δις $ , f.o.b.       Πληροφορίες: ip     Πίνακας  σε $ δικός μας

Όπως διαπιστώνουμε από τον ανωτέρω πίνακα, εάν αυξάναμε την παραγωγικότητα του «εργατικού μας δυναμικού», έστω στα επίπεδα της Ολλανδίας, το ΑΕΠ μας σχεδόν θα διπλασιαζόταν - με αποτέλεσμα να λυνόταν ως δια μαγείας όλοι οι υπόλοιποι προβληματισμοί μας.

Αντίστροφα, εάν «μειώναμε» το εργατικό μας δυναμικό, «εξισώνοντας» το με αυτό της Ολλανδίας (διαιρώντας το ΑΕΠ μας με την παραγωγικότητα της Ολλανδίας  - 237,9 δις διά 85.947), τότε θα καταλήγαμε σε περίπου 2,77 εκ. εργαζομένους. Τόσοι Ολλανδοί εργαζόμενοι δηλαδή θα χρειάζονταν για να παράγουν το δικό μας ΑΕΠ οπότε, ο υπερβάλλων αριθμός (4,94 μείον2,77), τα 2,17 εκ. δηλαδή, αντικατοπτρίζουν ουσιαστικά τον απόλυτο αριθμό της «κρυφής ανεργίας» στη χώρα μας - με «όρους Ολλανδίας».

Το ύψος της ανεργίας αυτής (επί των εργαζομένων και όχι επί του συνολικού πληθυσμού), είναι ποσοστιαία 43,9% -υποθέτοντας ότι η «φυσιολογική» ανεργία, την οποία δεν συμπεριλαμβάνουμε στη μέτρηση μας, είναι η ίδια και στις δύο χώρες (αν και στην Ολλανδία το 2007 ήταν 4,5%, ενώ στην Ελλάδα 8,4%). 

Τέλος, εάν υποθέσουμε πως ο μέσος μισθός ενός Ολλανδού εργαζόμενου είναι 1000 €, ενώ ενός Έλληνα έστω 800 €, θα διαπιστώσουμε ότι, το εργατικό «κόστος» για μία ελληνική επιχείρηση είναι, παρ’ όλα αυτά, πολύ υψηλότερο, αφού έχει «ενσωματωμένη ανεργία» (υποαπασχόληση) ύψους 43,9%. Δηλαδή, τα 800 € είναι ουσιαστικά 1.151 € για τον Έλληνα επιχειρηματία (800 Χ 1,439) – οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί και όχι απόλυτοι, ενώ επιφυλασσόμαστε για τυχόν αριθμητικά λάθη.       

Περαιτέρω, «συμπληρώνουμε» έναν δεύτερο πίνακα, ο οποίος καταγράφει τις εξαγωγές ανά εργαζόμενο (εξαγωγές δια του αριθμού των εργαζομένων):

ΧΩΡΕΣ
Εργαζόμενοι
ΑΕΠ*
Εξαγωγές *
Εξαγ./Εργ.





Ολλανδία
7,50 εκ.
644,6 δις
465,30 δις
62.040
Ελλάδα
4,94 εκ.
237,9 δις
25,76 δις
5.215
Σουηδία
4,66 εκ.
394,5 δις
176,5 δις
37.876
Αυστρία
3,56 εκ.
328,4 δις
158,30 δις
44.466
Δανία
2,90 εκ.
268,8 δις
102,10 δις
35.207
Φιλανδία
2,68 εκ.
210,5 δις
92,62 δις
34.560
Νορβηγία
2,50 εκ.
284,0 δις
136,10 δις
54.440
* 2007 σε δις $ , f.o.b.       Πληροφορίες: ip     Πίνακας  σε $ δικός μας

Εδώ, τα αποτελέσματα για τη χώρα μας είναι κατά πολύ δυσμενέστερα (αν όχι εντελώς απογοητευτικά), γεγονός που οφείλεται προφανώς στο ότι, οι τιμές πώλησης των προϊόντων μας είναι πολύ υψηλότερες, συγκριτικά με αυτές των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών – πόσο μάλλον σε σύγκριση με τις τιμές των ασιατικών κρατών, στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη και έντονα ανταγωνιστική εποχή (λόγω του εργατικού κόστους που αναλύσαμε παραπάνω, αλλά και πολλών άλλων παραγόντων). Ειδικότερα, εξάγουμε σχεδόν 12 φορές λιγότερα προϊόντα από την Ολλανδία, 9 από την Αυστρία, 7 φορές λιγότερα από τη Δανία κοκ.

Ολοκληρώνοντας, ο επόμενος πίνακας καταγράφει αναλυτικά το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων επί του συνόλου των εργαζομένων (δεύτερη στήλη), καθώς επίσης την παραγωγικότητα των δημοσίων υπαλλήλων (αριθμός ΔΥ δια του ΑΕΠ - τέταρτη στήλη): 
  
ΧΩΡΕΣ
Δημ. Υπ. % Εργ.
ΑΕΠ*
Αριθμός ΔΥ
Παραγ. ΔΥ





Ολλανδία
11,10%
644,6 δις
832.500
774.294
Ελλάδα
12,60%
237,9 δις
622.440
382.206
Σουηδία
31,60%
394,5 δις
1.472.560
267.901
Αυστρία
12,80%
328,4 δις
455.680
720.681
Δανία
30,50%
268,8 δις
884.500
303.901
Φιλανδία
24,50%
210,5 δις
656.600
320.591
Νορβηγία
32,90%
284,0 δις
822.599
345.289
* 2007 σε δις $ , f.o.b.       Πληροφορίες: ip     Πίνακας  σε $ δικός μας
Πηγή Δ.Υ.: ΟΟΣΑ 2004
Σημείωση: Γερμανία 10,9%  -  Η.Π.Α. 15,5%  -  Ιαπωνία 8,6%  -  Μέσος όρος ΕΕ 16,9%

Από τον πίνακα φαίνεται ότι, ναι μεν το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα δεν είναι υψηλότερο από τις υπόλοιπες χώρες (αντίθετα, πολύ χαμηλότερο από αυτό της Δανίας, η οποία «ακολουθεί» πιστά το σκανδιναβικό «μοντέλο»), σε σχέση όμως με το ΑΕΠ μας είναι περίπου το διπλάσιο (η μισή παραγωγικότητα), τόσο από το αντίστοιχο της Ολλανδίας, όσο και της Αυστρίας*.

Επομένως, ή θα πρέπει να διπλασιαστεί το ΑΕΠ μας, ή να μειωθεί στο ήμισυ ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων μας, εάν θέλουμε να επιλυθεί το πρόβλημα (το κοινωνικό «μοντέλο» της Δανίας, όπως και των υπολοίπων σκανδιναβικών χωρών, θα ανταπεξέλθει πολύ δύσκολα με τις μελλοντικές κρίσεις – με εξαίρεση ίσως τη Νορβηγία, λόγω του ενεργειακού της πλούτου). Βέβαια, το σκανδιναβικό μοντέλο «συντηρείται» από την παραγωγικότητα του «λοιπού» εργατικού δυναμικού, η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη από την αντίστοιχη δική μας. Σε κάθε περίπτωση, είναι καλό να γνωρίζουμε τι ακριβώς εννοούμε όταν αναφερόμαστε στο «σκανδιναβικό κοινωνικό μοντέλο», πόσο περιορισμένα παραγωγικό είναι (αμφιβάλλουμε αν θα μπορέσει να διατηρηθεί για πολύ ακόμη) και αν αποτελεί εφικτή δυνατότητα για τη χώρα μας.

Και από εδώ συμπεραίνουμε λοιπόν ότι, το βασικό μας «μειονέκτημα» είναι το ΑΕΠ.  Είναι προφανώς αδύνατο να διώξουμε τους μισούς εργαζομένους μας, ή να απολύσουμε το 50% των δημοσίων υπαλλήλων μας – αν και έχει ήδη γίνει στο παρελθόν, όταν «στέλναμε» χιλιάδες Έλληνες σαν μετανάστες στο εξωτερικό.

Διαπιστώνουμε επίσης ότι, οι σχεδόν μηδενικές εξαγωγές μας διαδραματίζουν έναν πολύ αποφασιστικό ρόλο. Ο τουρισμός μας, ο οποίος θεωρείται ότι αποτελεί ένα είδος «εξαγώγιμου προϊόντος», δεν αμβλύνει σε καμία περίπτωση το πρόβλημα, αφού δεν υπερβαίνει τα 40 δις € ετησίως - αλλά ούτε και η ναυτιλία μας (περί τα 17 δις €), όσο τουλάχιστον εδρεύει «πλειοψηφικά» εκτός Ελλάδος.    

Για να μπορέσει όμως να αυξηθεί το ΑΕΠ μας «υγιώς», «στηριζόμενο» δηλαδή στην παραγωγή προϊόντων (κυρίως με τη λειτουργία μικρομεσαίων επιχειρήσεων) και όχι στην κατανάλωση (διαφορετικά θα επιδεινωνόταν ακόμη περισσότερο η οικονομική μας «θέση»), θα πρέπει αφενός μεν να υπάρξουν Αγορές, στις οποίες να μπορούμε να πουλάμε τα προϊόντα μας (σε επαρκείς ποσότητες και με κερδοφόρες τιμές), αφετέρου δε να λειτουργήσουν σωστά τόσο η Πολιτική, όσο και οι Πολίτες. Αναλυτικότερα επ’ αυτών, τα παρακάτω:

(Α)  Σε σχέση με την Ευρώπη, τη μοναδική ίσως Αγορά σήμερα που θα μπορούσε να απορροφήσει τα προϊόντα μας, θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε ένα μικρό μέρος ενός άρθρου μας (Απρίλιος 2009), στο οποίο παραθέσαμε επί πλέον σκέψεις και αναφερθήκαμε σε κάποιες λύσεις (ακολουθεί στο τέλος ο σχετικός σύνδεσμος, για όσους θέλουν να το διαβάσουν ολόκληρο):

Ο J. M. Keynes, κατά τη διάρκεια της διεθνούς συνόδου των Βερσαλλιών το 1919, με αντικείμενο τον τρόπο που θα έπρεπε να συμπεριφερθούν οι νικήτριες δυνάμεις του πρώτου παγκοσμίου πολέμου απέναντι στην ηττηθείσα Γερμανία, είπε τα εξής: 

«Απαιτήθηκαν 160 δις γερμανικά μάρκα για αποζημιώσεις πολέμου. Η δυνατότητα της Γερμανίας να πληρώσει 160 δις ή, έστω, 100 δις, είναι ανύπαρκτη - δεν βρίσκεται δηλαδή εντός των πλαισίων του εφικτού, με βάση έναν λογικό υπολογισμό. Αυτοί οι οποίοι πιστεύουν ότι θα μπορούσε η Γερμανία να πληρώνει κάθε χρόνο πολλά δις Μάρκα για να εξοφλήσει, θα έπρεπε να μας εξηγήσουν, μέσω ποιών ακριβώς εμπορευμάτων θα ακολουθούσαν αυτές οι πληρωμές κατά τη γνώμη τους και σε ποιες ακριβώς Αγορές θα μπορούσαν να πουληθούν αυτά τα εμπορεύματα. Μέχρι να μπορέσουν να εκφραστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια και να τεκμηριώσουν αντικειμενικά τις αποφάσεις τους, απαιτώντας πράγματα που είναι δυνατόν να επιτευχθούν, δεν μπορούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη μας». Κανένας δεν τον άκουσε δυστυχώς, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η χρεοκοπία της Γερμανίας (1923), το κραχ του 1929 και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. 

Κατ’ επέκταση, αν και όχι κατ’ αναλογία, η ερώτηση που οφείλουμε να θέσουμε σε σχέση με τη χώρα μας και στην οποία θα πρέπει να απαντήσει η Ευρώπη, εάν δεν θέλουμε να αναλωνόμαστε συνεχώς στην περιγραφή προβλημάτων ή θεωρητικών λύσεων, αλλά στις δυνατότητες πρακτικής επίλυσης τους, είναι κατά κάποιον τρόπο αυτή που έκανε τότε ο Keynes:

«Μέσω της πώλησης ποιών ακριβώς εμπορευμάτων θα μπορέσουμε να μειώσουμε το χρέος και τα ελλείμματα μας, καθώς επίσης σε ποιες ακριβώς Αγορές θα μπορούσαν να πουληθούν αυτά τα εμπορεύματα; Εμείς θέλουμε να δουλέψουμε παραγωγικά, δεν είμαστε «οκνηροί», δεν θέλουμε να χρωστάμε και δεν θέλουμε να είμαστε υπόλογοι σε κανέναν. Πώς να το κάνουμε όμως πρακτικά, όταν μας έχουν αφαιρεθεί όλα τα εργαλεία χειρισμού της οικονομίας μας, ενώ ταυτόχρονα αποκλειόμαστε από όλες τις αγορές του εξωτερικού; σιγά-σιγά και από αυτές της ίδιας μας της χώρας;».

(Β)  Σε σχέση τώρα με την Πολιτική και με εμάς τους Πολίτες, που πρέπει άμεσα να ασχοληθούμε με τους τεράστιους αυτούς προβληματισμούς, παραθέτουμε επίσης ένα μικρό μέρος ενός άρθρου μας (Μάιος 2009), «προσθέτοντας» το και αυτό ολόκληρο στο τέλος, με σύνδεσμο:

H ακμή ενός λαού σαν τον δικό μας, θα μπορούσε να στηριχθεί στους τρείς παρακάτω «πυλώνες» (η παρακμή, αντίστοιχα, στην παντελή έλλειψη τους):

(α)  Σε ένα σύνολο υγιών οικονομικών & πολιτικών θεσμών, οι οποίοι να καθορίζουν επακριβώς το πλαίσιο, μέσα στο οποίο να μπορούμε να αναπτυχθούμε, ανταγωνιζόμενοι με ίσους όρους. Το «σύστημα» δε που θα προκύπτει από αυτούς τους θεσμούς (μέσα στα γενικότερα πλαίσια του κοινωνικού καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς, στηριζόμενης στη μικρομεσαία, νεωτεριστική επιχείρηση και στην έντιμη φορολόγηση της), οφείλει να είναι απλό, γρήγορο, διαφανές και εύκολα κατανοητό από όλους τους πολίτες. 

(β)  Σε ένα σύνολο συνειδητών Πολιτών, το οποίο να κατανοεί επαρκώς τις αρχές της Οικονομίας και της Δημοκρατίας ή, τουλάχιστον, να έχει διαμορφώσει ένα χαρακτήρα συνεπή προς το συγκεκριμένο «τρόπο ζωής». Για παράδειγμα, να μην εξελίσσεται εις βάρος των άλλων, να μην συμπεριφέρεται όπως δεν θέλει να του συμπεριφέρονται, να μην επιβουλεύεται την ελευθερία των άλλων, να μην επιθυμεί αυτά που ανήκουν στους άλλους και να μην στηρίζει το βιοτικό του επίπεδο στα χρέη, αλλά στην παραγωγικότητα,

(γ)  Σε μία υψηλής ποιότητας ηγεσία, η οποία να μπορεί να κατευθύνει ορθολογικά και «συμμετοχικά» το κράτος (όχι απλά να διαχειρίζεται το δημόσιο πλούτο), καθώς επίσης να διαφυλάσσει τη χώρα της, τουλάχιστον στις κρίσιμες στιγμές – χωρίς ποτέ να επιτρέπει σε τρίτους να την προσβάλλουν. Τα απολύτως απαραίτητα χαρίσματα που πρέπει να διαθέτει η ηγεσία αυτή δεν είναι άλλα από το να μπορεί να πείθει τεκμηριωμένα, να εμπνέει και να διδάσκει - να εκπαιδεύει δηλαδή τους κυβερνωμένους.  
  
Τέλος, ίσως να έχει έλθει ο καιρός που πρέπει να πάψουμε να περιμένουμε τα πάντα από τους πολιτικούς και τα κόμματα. Ίσως να πρέπει εμείς, αντιστρέφοντας τους όρους, να θέσουμε νέους προβληματισμούς και να αναζητήσουμε ενεργητικά τους ηγέτες που θα εφαρμόσουν τις νέες λύσεις.

Οδηγός μας οφείλει να είναι το κοινό συμφέρον, καθώς επίσης η πρόθεση μας να γίνουμε «πάση θυσία» η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα της ΕΕ. - με τη βοήθεια της απελευθέρωσης των τεράστιων αποθεμάτων ενέργειας όχι μόνο των 5 εκ. εργαζομένων μας, αλλά ολόκληρου του Έθνους μας.


*ΣυμπλήρωμαHδη κατά την περίοδο της εισόδου μας στην ΟΝΕ θεωρούταν, σύμφωνα με μελέτες (ΣΟΕ), πως ο σημαντικότερος παράγοντας απόκλισης του κατά κεφαλήν εισοδήματος της χώρας μας, από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, ήταν η χαμηλή παραγωγικότητα μας - ανά ώρα εργασίας παράγαμε μόλις το 70% του μέσου εργαζομένου στην Ευρωζώνη.

Επίσης ότι, «η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηριζόταν από σοβαρές διαρθρωτικές αδυναμίες που σχετίζονταν, μεταξύ άλλων, με πολυποίκιλες, μεγάλες αδυναμίες του εκπαιδευτικού μας συστήματος, με τη δυσλειτουργία των ιδρυμάτων κατάρτισης, επανακατάρτισης και δια βίου μάθησης, καθώς επίσης με την «επίδραση», σε όλα αυτά, των κοινωνικών υποδομών (φύλαξη παιδιών κλπ), των κοινωνικών δομών και του θεσμικού πλαισίου». Τέλος, με την τεράστια απόκλιση μεταξύ της αμοιβής των ΔΥ και των υπολοίπων εργαζομένων:

Μέσες αμοιβές δημοσίων υπαλλήλων & εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα
Υπολογισμοί

Σε σύνολο εργαζομένων ατόμων στη χώρα μας 4.940.000 (πηγήiq), οι δημόσιοι υπάλληλοι ήταν 622.440 άτομα (ΟΟΣΑ 2004) ή 12,6% του συνόλου (λοιποί 87,4% ή 4.317.560 άτομα). Κατά την εποχή της ένταξης μας στην ΟΝΕ (ελάχιστα έχουν αλλάξει μέχρι σήμερα), το μερίδιο της αμοιβής των δημοσίων υπαλλήλων (ΔΥ), στο σύνολο της αμοιβής της εξαρτημένης εργασίας, ξεπερνούσε το 35%  - μέσος όρος στην Ευρωζώνη 20%. (πηγή: Π.Σακελλάρης, πρόεδρος ΣΟΕ, καθηγητής Οικονομικού Π.Α.)

Εάν τώρα υποθέσουμε ότι, ο μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής για όλους τους εργαζομένους ήταν 1.000 € (τυχαίο νούμερο), το σύνολο όλων των εργαζομένων εισέπραττε μηνιαία 4.940.000.000 €.

Το μερίδιο της αμοιβής των ΔΥ στο σύνολο της αμοιβής της εξαρτημένης εργασίας ξεπερνούσε το 35% - επομένως εισέπρατταν 4.940.000.000 Χ 35% = 1.729.000.000 €. Οπότε, όλοι οι υπόλοιποι εργαζόμενοι εισέπρατταν 4.940.000.000 € – 1.729.000.000 € = 3.211.000.000 €.

Συμπερασματικά λοιπόν, οι Δ.Υ. εισέπρατταν κατά μέσον όρο 1.729.000.000 ./. 622.440 = 2.778 € ανά άτομο μηνιαία, ενώ οι υπόλοιποι εργαζόμενοι 3.211.000.000 ./. 4.317.560 = 743,70 € ανά άτομο μηνιαία.


ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ
Αριθμός
Μέση Αμοιβή €
Σύνολα €




Δημόσιοι υπάλληλοι
622.440
2.778
1.729.000.000
Λοιποί εργαζόμενοι
4.317.560
743
3.211.000.000
Υπόθεση εργασίας: Γενική μέση μηνιαία αμοιβή 1.000 €

Επομένως, οι ΔΥ αμείβονταν με τετραπλάσια σχεδόν χρήματα (2.778 €) από τους λοιπούς εργαζομένους (743 €), γεγονός που αποτελεί αναμφίβολα μία τεράστια διαστρέβλωση της αγοράς εργασίας, η οποία οφείλει άμεσα να αποκατασταθεί – πόσο μάλλον όταν μιλάμε για αναδιανομή εισοδημάτων, για περιορισμένες αυξήσεις μισθών και για έκτακτα φορολογικά μέτρα.

Δεν μπορεί δηλαδή να συνεχίζουν  οι ΔΥ να αμείβονται με τετραπλάσιο μισθό, σε σχέση με όλους τους υπόλοιπους Πολίτες και ταυτόχρονα να μιλάμε για εξορθολογισμό (διαρθρωτικά μέτρα) της αγοράς εργασίας – πολύ περισσότερο για περιορισμό του τεράστιου «ελλείμματος παραγωγικότητας» της χώρας μας.  

Σημείωση: Σύμφωνα με πρόσφατη αναφορά του υπουργού εσωτερικών (sky news 09.11.09), ο αριθμός των μονίμων ΔΥ το 2008 ήταν 735.294 άτομα, συν 75.127 συμβασιούχοι – συνολικά λοιπόν 810.421 άτομα. Περαιτέρω, στις δαπάνες  του 2008 (προϋπολογισμός) οι αποδοχές (μισθοί) των ΔΥ, χωρίς τις συντάξεις, είναι περίπου 17 δις € (χωρίς τις δαπάνες για ασφάλιση, περίθαλψη και κοινωνική προστασία - για το 2010 ο προϋπολογισμός αναγράφει 19 δις €, ήτοι αύξηση κατά 12%!). Επομένως,

(α)  Το ποσοστό των ΔΥ επί του συνόλου των εργαζομένων στη χώρα μας αυξήθηκε από το 12,60% που ήταν το 2004 (ΟΟΣΑ), στο 16,40% το 2008

(β)  Η μέση αμοιβή των ΔΥ το 2008 ανέρχεται στα περίπου 20.976 € ετήσια ή 1.748 € μηνιαία – συμπεριλαμβανομένων των 14 μισθών, υπερωριών, επιδομάτων κλπ

(γ)  Υποθέτοντας ότι ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων και των ΔΥ παρέμεινε σταθερός (4,94 εκ., εκ των οποίων οι 810.421 ΔΥ), καθώς επίσης ότι συνεχίζει να ισχύει η διαπίστωση του ΣΟΕ (οι αποδοχές των ΔΥ είναι το 35% των συνολικών αποδοχών), τότε ο μέσος ετήσιος μισθός ανά εργαζόμενο εκτός δημοσίου είναι περί τα 7.652 € ετήσια ή 638 € μηνιαία.   

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 2008

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ
Αριθμός
Μέση μην. Αμοιβή €
Μην. Σύνολα €




Δημόσιοι υπάλληλοι
810.421
1.748
1.416.615.908
Λοιποί εργαζόμενοι
4.129.579
638
2.552.079.822

Με βάση λοιπόν τον πίνακα, η αμοιβή των ΔΥ το 2008 ήταν σχεδόν τριπλάσια των υπολοίπων εργαζομένων.

(δ)  Βέβαια, στον προϋπολογισμό του 2010, σε σχέση με τον αριθμό των ΔΥ το 2008 (σελίδα 25), έχουμε τα εξής:

ΤΑΚΤΙΚΟΙ ΔΥ
ΑΟΡΙΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
ΣΥΝΟΛΟ




445.826
25.491
35.363
506.680

Επομένως, ο αριθμός των ΔΥ διαμορφώνεται πια στο 10,25% των συνολικά εργαζομένων! Αλήθεια, τι συμπεράσματα μπορεί κανείς να εξαγάγει από όλους αυτούς τους διαφορετικούς αριθμούς (αντικρουόμενα στοιχεία) που εμφανίζονται και ποιες στατιστικές μπορεί να εμπιστευθεί, αν θέλει να είναι συνεπής με τις αναλύσεις του; 

Αθήνα, 03. Δεκεμβρίου 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου