Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2009

Ελληνικό έθνος και «εκσυγχρονιστική» κοσμοαντίληψη (μέρος Α`)

Το έθνος στο στόχαστρο του «εκσυγχρονισμού».
Η πολεμική κατά των εθνικών κρατών.

Η ύπαρξη εθνικών κρατών είναι αναγκαία για τη διασφάλιση αφενός της εθνικής ανεξαρτησίας των λαών και αφετέρου της κοινωνικής τάξης. Τα κράτη -τουλάχιστον της περιοχής μας- αποτελούν προϊόντα της ανάγκης των λαών για εθνική αυτοδιάθεση και για αποτροπή πιθανών επίβουλων ενεργειών από την πλευρά γειτονικών ή ιμπεριαλιστικών χωρών. Έτσι λοιπόν και το ελληνικό κράτος γεννήθηκε από την ανάγκη των Ελλήνων για απελευθέρωσή τους από τον επαχθή τουρκικό ζυγό και για την εξασφάλιση εν συνεχεία της κυριαρχίας τους επί των ιστορικά και πληθυσμιακά δικών τους εδαφών και προάσπισής τους έναντι των αδηφάγων ορέξεων ορισμένων γειτόνων τους. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για άλλους λαούς της Βαλκανικής, που επαναστάτησαν και αυτοί εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενός δεσποτικού πολυεθνικού κράτους, με στόχο την εθνική τους χειραφέτηση.
Αυτό ακριβώς το ρόλο του εθνικού κράτους έρχεται σήμερα να πλήξει η μεταμοντέρνα ιστοριογραφία. Ως γνήσιο νεοταξικό προϊόν [1] η μεταμοντέρνα προσέγγιση αφενός καταργεί στην πράξη κάθε έννοια επιστημονικότητας (σχετικοποιούνται τα πάντα, δεν υπάρχει επιστημονική αλήθεια, ούτε καν στις θετικές επιστήμες) και αφετέρου επιχειρεί να υπονομεύσει κάθε μορφή εθνικής αυτοσυνειδησίας και εν τέλει τα ίδια τα εθνικά κράτη, με απώτερο στόχο τη δημιουργία πολυφυλετικών κρατικών μορφωμάτων τύπου ΗΠΑ και ΕΕ, που θα κατοικούνται όχι από ενεργούς πολίτες, αλλά από απάτριδες καταναλωτές. Στο στόχαστρο όμως των ΗΠΑ και των απανταχού υπαλλήλων τους βρίσκονται πρωτίστως λαοί που για λόγους ιδεολογικούς και γεωπολιτικούς δεν είναι αρεστοί προς την Ουάσινγκτον. Έτσι π.χ. μετά την πτώση του Μιλόσεβιτς άλλαξαν τα σχολικά βιβλία στη Σερβία επί το αμερικανοπρεπέστερον, φαινόμενο που είχε παρατηρηθεί και σε άλλες ανατολικές χώρες μετά την κατάρρευσή της Σοβιετικής Ένωσης, για λόγους προφανείς.
Στην Ελλάδα δεν έγινε κάποιου είδους έξωθεν χρηματοδοτούμενη «επανάσταση», όπως στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, ωστόσο οι εδώ θεραπαινίδες της Νέας Τάξης, ευνοούμενες από τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις και τις πολιτικές συγκυρίες της εποχής, κατόρθωσαν να αποκτήσουν υπογείως τον έλεγχο όλων σχεδόν των πανεπιστημίων και των ΜΜΕ, δημιουργώντας παράλληλα «Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις»[2] με σκοπό την προαγωγή των ιδεωδών της «Δημοκρατίας» (π.χ. ελεύθερη αγορά, κατάργηση των συνόρων, καταπολέμηση του «εθνικισμού», του «ρατσισμού» και του «αντισημιτισμού»). Από το 1990 λοιπόν και ύστερα η χώρα μας άρχισε να εισέρχεται στην τροχιά του «εκσυγχρονισμού».
Έκτοτε πολιτικοί φιλοατλαντικού προσανατολισμού, μεγαλοεπιχειρηματίες με οικονομικά συμφέροντα στην αγορά της Τουρκίας, «αριστεροί» διανοούμενοι με φιλοδοξίες για ακαδημαϊκή ανέλιξη, «έγκριτοι» δημοσιογράφοι, καθώς και η μεγάλη μάζα των «χρησίμων ηλιθίων», προερχόμενη κυρίως από το χώρο των αναρχικών, των αντιεξουσιαστών και των αριστεριστών, βάλλουν από κοινού κατά του εθνικού κράτους και προσπαθούν να αποδομήσουν την ελληνική εθνική ταυτότητα. Κοινή συνισταμένη όλων των παραπάνω είναι η πολεμική τους εναντίον της ιδέας του έθνους, η απέχθειά τους προς τη θρησκεία και τη λαϊκή μας παράδοση και πρωτίστως η αμφισβήτηση του δικαιώματός του λαού μας για εθνική αυτοδιάθεση. Ο ετερόκλητος αυτός συρφετός αρνείται το νόμιμο δικαίωμά μας για αποτίναξη της αμερικανικής επικυριαρχίας ή για τη διατήρηση του ελληνικού χαρακτήρα της κοινωνίας μας, διατεινόμενος ότι στην πραγματικότητα αυτή η γη δεν μας ανήκει. Κατ' αυτούς λοιπόν δεν θα πρέπει να προβάλουμε αντίσταση στους νεοταξικούς σχεδιασμούς, αλλ' αντιθέτως θα πρέπει αφενός να εκθειάζουμε τη μετατροπή της πατρίδας μας σε μία πολυπολιτισμική «χαβούζα», όπου θα βασιλεύει ο ατομισμός, ο ανταγωνισμός, η εργοδοτική αυθαιρεσία και η φτώχεια και αφετέρου να δεχτούμε αδιαμαρτύρητα έναν πιθανό εδαφικό ακρωτηριασμό της χώρας μας[3] προς όφελος της Τουρκίας, υπό την αιγίδα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Η εθνική αυτοσυνειδησία
του λαού μας (και του κάθε λαού) αποτελεί εμπόδιο για την χωρίς αντιστάσεις υλοποίηση των γεωπολιτικών σχεδιασμών και επιδιώξεων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και γι' αυτό τίθεται στο στόχαστρο του σημερινού υποτελούς σε αυτές πολιτικού, οικονομικού και πνευματικού κατεστημένου του τόπου μας. Μέσα από τη διαστρέβλωση και παραχάραξη της ιστορίας μας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης γίνεται απόπειρα αφαίρεσης του ιστορικού βάθους του Ελληνισμού (το ελληνικό έθνος παρουσιάζεται ως «κατασκευή» του ελληνικού κράτους το 19ο αιώνα ή στην καλύτερη των περιπτώσεων προϊόν του Γαλλικού Διαφωτισμού), κάτι που έχει ως στόχο την ιδεολογική υπονόμευση του δικαιώματος του λαού μας για εθνική κυριαρχία και αυτοδιάθεση. Εφόσον οι Έλληνες είναι ένας λαός μπαστάρδων, με ιστορία δύο περίπου αιώνων, από πού αυτοί αντλούν το δικαίωμα να αξιώνουν την εθνική τους ανεξαρτησία, εις βάρος των συμφερόντων των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Τουρκίας; Πως είναι δυνατόν οι Έλληνες να επικαλούνται κυριαρχικά δικαιώματα επί της γης τους, αντιστεκόμενοι έτσι στον εξοβελισμό τους από την ίδια τους την πατρίδα από τα αλλεπάλληλα κύματα λαθρομεταναστών; Κάτι παρόμοιο ισχύει και για πολλούς άλλους λαούς και ιδίως για όσους δεν πολιτεύονται με «ορθό» τρόπο (π.χ. Ρώσοι, Σέρβοι).
Η καταπολέμηση ωστόσο του εθνικισμού και του «ρατσισμού» μέσα από τα σχολικά βιβλία και τα πανεπιστημιακά συγγράμματα είναι επιλεκτική, αφού αυτή προορίζεται κυρίως για τους λαούς που αγωνίζονται για την εθνική τους αυτοδιάθεση, ενώ αντιθέτως, ο επιθετικός εθνικισμός των κατ' εξοχήν ιμπεριαλιστικών χωρών (ΗΠΑ, Βρετανίας, Ισραήλ) και των τοποτηρητών τους στην περιοχή μας[4] βρίσκεται πάντοτε στο απυρόβλητο. Τυχαία άραγε; Τα παραπάνω ασφαλώς και γεννούν πολλά ερωτηματικά αναφορικά με τις σκοπιμότητες που υποκρύπτονται γύρω από την πολεμική «κατά του εθνικισμού» στη χώρα μας.

Η διαστρέβλωση της ελληνικής εθνικής ταυτότητας από τους «εκσυγχρονιστές»

Σήμερα στα πανεπιστήμια και στα σχολεία της χώρας μας έχει στηθεί ένας τεράστιος μηχανισμός προπαγάνδας [5], χρηματοδοτούμενος από την ΕΕ και συνεπικουρούμενος από φιλοαμερικανικού προσανατολισμού ΜΚΟ και ΜΜΕ, με σκοπό τη δημιουργία μίας νέας γενιάς αφελληνισμένων Ελλήνων, που δεν θα γνωρίζουν το παρελθόν τους και που θα είναι ανίκανοι να αντιμετωπίσουν το μέλλον τους, οι οποίοι και θα σκέπτονται «πολιτικά ορθά», διαπνεόμενοι από τις «αξίες» της «ανοιχτής κοινωνίας», της «δημοκρατίας», του «αντιρατσισμού», του ατομικισμού, της «ελεύθερης αγοράς» κτλ. Αυτή βεβαίως η αποικιακού τύπου διαδικασία άκριτου μιμητισμού και αυτούσιας μεταφοράς και υιοθέτησης ξένων προτύπων και αντιλήψεων δεν αποτελεί αποκλειστικά σημερινό φαινόμενο, αφού ήδη από το 19ο αιώνα, εκπρόσωποι του πνευματικού κόσμου της χώρας μας προσπαθούσαν να απαρνηθούν την εθνική μας ταυτότητα (ιδίως τη βυζαντινή), ώστε να γίνουν δήθεν πιο «Ευρωπαίοι»[6]. Ωστόσο στις ημέρες μας το φαινόμενο αυτό έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, αφού οι οπαδοί της μεταμοντέρνας ιστοριογραφίας επιδοτούνται με παχυλή χρηματοδότηση από εξωεθνικά κέντρα (π.χ. ταμεία της ΕΕ και ορισμένες ΜΚΟ), εξασφαλίζοντας παράλληλα την ταχύτατη ακαδημαϊκή τους ανέλιξη, ενώ όσοι δεν συμμερίζονται τις «εκσυγχρονιστικές» τους αντιλήψεις εξοβελίζονται, στηλιτευόμενοι ως συντηρητικοί», «σκοταδιστές» ή «εθνικιστές», ενώ επιχειρείται η τρομοκράτηση και η φίμωσή τους, με σκοπό τη διατήρηση του μονοπωλίου της μίας και μοναδικής «πολιτικά ορθής» ("politically correct") άποψης, όπως αυτή εκφράζεται από το «ιερατείο» της «εκσυγχρονιστικής» ελίτ.

Η «εκσυγχρονιστική σχολή» με τις διάφορες παραλλαγές της έχει υιοθετήσει ορισμένα θεμελιώδη αξιώματα, τα οποία και επέχουν τη θέση δόγματος. Αυτά συνοψίζονται στα εξής:

α) Το έθνος αποτελεί προϊόν της νεωτερικότητας. Δεν υπάρχουν έθνη στην Ευρώπη πριν από τη Γαλλική Επανάσταση (1789).

β) Το έθνος είναι δημιούργημα του κράτους. Οι κάτοικοι μίας χώρας αισθάνονται ότι ανήκουν σ' ένα έθνος, λόγω της άνωθεν καλλιέργειας της ιδέας του εθνικισμού από τους κρατικούς μηχανισμούς (π.χ. εκπαίδευση, στρατός).

γ) Το έθνος αποτελεί απλώς μία ένωση πολιτών και τίποτε περισσότερο.

δ) Το έθνος είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το κράτος, αποτελώντας μία ενιαία και αδιαίρετη ολότητα, που ονομάζεται «έθνος-κράτος». Δε νοείται έθνος χωρίς κράτος.

ε) Η ανάπτυξη της εθνικής ταυτότητας όλων των λαών σχετίζεται με την άνοδο της εγχώριας αστικής τάξης και με την κατάργηση της φεουδαρχίας.

στ) Η άνθιση του εθνικισμού αποτελεί αποκλειστικό προϊόν του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Η Εκκλησία αποτελεί αξιωματικά αντιδραστικό παράγοντα.

ζ) Ο δυτικός πολιτισμός είναι υπέρτερος έναντι των άλλων και διατηρεί το μονοπώλιο της αλήθειας. Συνεπώς πρέπει να εφαρμοστεί ως μοντέλο και εργαλείο σκέψης καθολικά, σε παγκόσμια κλίμακα. Οι υπόλοιποι, οι μη δυτικοευρωπαϊκοί λαοί είναι πνευματικά καθυστερημένοι και οφείλουν να υιοθετήσουν τις δυτικές αρχές, αντιλήψεις και αξίες, ώστε να θεωρούνται προοδευμένοι.

η) Ο πατριωτισμός και ο εθνικισμός αποτελούν μάστιγα (υπάρχουν όμως και κάποιες εξαιρέσεις). Θεωρούνται ξεπερασμένες έννοιες, αφού ζούμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Δεν είναι εξάλλου μακριά ο καιρός που θα επέλθει το «τέλος της ιστορίας».

Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις κάποιοι ακραίοι μεταμοντέρνοι «εκσυγχρονιστές», οπαδοί της «αποδόμησης» αρνούνται την εγκυρότητα και την αξιοπιστία των ίδιων των ιστορικών πηγών, δεδομένου ότι αυτές επιδέχονται πολλαπλές αναγνώσεις. Υπάρχει επίσης μία τάση κατάργησης στην πράξη της ιστορίας και αντικατάστασής της από την κοινωνική ανθρωπολογία. Έτσι οι έρευνες στα πανεπιστήμια δε στοχεύουν στην εξακρίβωση -στο μέτρο του δυνατού- της ιστορικής αλήθειας, αλλά αναλώνονται σε επουσιώδεις «αφηγήσεις» στα πλαίσια της «μικροϊστορίας»: π.χ. στην «πρόσληψη του Εμφυλίου μετά τον Εμφύλιο», στο φόβο του «Άλλου», στην ιστορία των γυναικών, των μειονοτήτων και των περιθωριακών ομάδων (Εβραίων, μαγισσών, τρελλών, λεπρών, επιληπτικών, ομοφυλοφίλων κτλ).
Υπάρχει λοιπόν μία γενικότερη άκριτη κι αυτούσια μεταφορά και ένα αναμάσημα δυτικών και δη αγγλοσαξωνικών αντιλήψεων περί έθνους και κράτους, γεγονός ενδεικτικό της πηγής προέλευσής τους, ενώ αγνοείται παντελώς και εξοβελίζεται η ελληνική κοσμοαντίληψη.

[1] Οι πρόδρομοι της σημερινής «μεταμοντέρνας» ιστοριογραφίας εμφανίστηκαν κυρίως κατά τη δεκαετία του '60, ωστόσο η κυριαρχία των «εκσυγχρονιστών» ιστορικών στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας μας, αλλά και της Ευρώπης, έλαβε χώρα κυρίως κατά τη δεκαετία του '90, περίοδο απόλυτης κυριαρχίας των ΗΠΑ στη διεθνή πολιτική σκηνή. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τη «σχολή» αυτή απαρτίζουν κυρίως «μεταλλαγμένοι αριστεροί» τύπου Λιάκου, γνωστοί για τις φιλοαμερικανικές τους θέσεις σε καίρια ζητήματα (π.χ. υπεράσπιση της «πολυπολιτισμικής» κοινωνίας, του σχεδίου Ανάν, της ένταξης της Τουρκίας στη Ε.Ε., του κεμαλισμού, του δικαιώματος του Ισραήλ για «αυτοάμυνα», αλλά και καταδίκη κάθε είδους υγιούς πατριωτισμού ως «αυγού του φιδιού»), οι οποίοι και εξαργυρώνουν τις υπηρεσίες τους προς τους υπερατλαντικούς πάτρωνές τους με την ακαδημαϊκή τους ανέλιξη, αλλά και με τη διαχείριση πακτωλού κοινοτικών κονδυλίων (π.χ. ο διεφθαρμένος τ. πρύτανις του Παντείου Πανεπιστημίου, Αιμίλιος Μεταξόπουλος και οι συν αυτώ). Εδώ πρόκειται καθαρά για σχέσεις διαπλοκής.

[2] Τέτοιες οργανώσεις θεωρούνται το ΕΛΙΑΜΕΠ του Θάνου Βερέμη, ο Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας (ΟΠΕΚ) του Κώστα Σημίτη (πρόεδρος ο Αντώνης Λιάκος), το Παρατηρητήριο των συμφωνιών του Ελσίνκι του Παναγιώτη Δημητρά, το Ελληνοτουρκικό Οικονομικό Επιμελητήριο με πρόεδρο τον Παναγιώτη Κούτσικο (τ. σύζυγο της υπουργού Παιδείας), η Νεολαία ενάντια στο Ρατσισμό (YRE) κ.ά. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάλογα «ευαγή» ιδρύματα δραστηριοποιούνται σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης υπό την αιγίδα του ουγγρο-εβραϊκής καταγωγής Αμερικανού μεγιστάνα Τζώρτζ Σόρος. Βλέπε και «Άρδην», τεύχος 58 (Μάρτιος-Απρίλιος 2006) και «Ρεσάλτο», τεύχος 15 (Μάρτιος 2007).

[3] Είναι χαρακτηριστικό το περιεχόμενο της ομιλίας της Προέδρου της Βουλής κ. Άννας Ψαρούδα-Μπενάκη στις 8 Φεβρουαρίου 2005, κατά την προσφώνησή της στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Κάρολο Παπούλια: «…τα εθνικά σύνορα και ένα μέρος της εθνικής κυριαρχίας θα περιοριστούν χάριν της ειρήνης, της ευημερίας και της ασφάλειας στη διευρυμένη Ευρώπη…». Βλέπε «Καθημερινή», 13-2-2005, σ. 24.

[4] Είναι ενδεικτικό ότι υπάρχει μία έντονη τάση εξωραϊσμού της Τουρκοκρατίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, αφού απενοχοποιείται και εξιδανικεύεται το αιματοβαμμένο οθωμανικό παρελθόν.

[5] http://gr.altermedia.info/?p=940#more-940

[6] Γιώργος Καραμπελιάς, Το 1204 και η διαμόρφωση του νεώτερου Ελληνισμού, Αθήνα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2006, σ. 397-403.

Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο εικοστό πρώτο τεύχος του περιοδικού Ρεσάλτο τον Οκτώβριο του 2007.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου